Απαγορευμένη γνώση και απόνερα





Ο Τέταρτος Κβαντικός Αριθμός του Pauli,

O Jung και τα 3 θεμελιώδη αρχέτυπα

και το παράδοξο του Αϊνστάιν
Ο Αϊνστάιν υπήρξε μεγάλος πολέμιος της κβαντομηχανικής και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό ώστε  να διατυπώσει το εξής παράδοξο. 

Ένα ποντίκι παρατηρεί τη σελήνη, δηλαδή όντας παρατηρητής, το ποντίκι μπορεί να συνθέσει ολόκληρο το σύμπαν;  


Παρά το γεγονός πως τα λόγια αυτά διατυπώθηκαν στο ντελίριο του μεγάλου επιστήμονα, εντούτοις σχετίζονται με το χώρο, το χρόνο, τη συνείδηση και τον παρεμβατισμό στην ίδια τη συνείδηση. 


Πράγματι αν οι δομές του σύμπαντος είχαν καθαρά και μόνο δομική αξία, τότε όντως ακόμα και ένα ποντίκι μπορεί να τις συνθέσει. Τι αλλάζει και δεν μπορεί να γίνει αυτή η σύνθεση; Η ροή των γεγονότων, δηλαδή η ροή της ίδιας της ενέργειας και η ίδια η ύλη, η οποία περνάει από φάσεις μειωμένης σε φάσεις μέγιστης, αν και πεπερασμένης, αναρχίας. 

Το παράδοξο του Αϊνστάιν μας θυμίζει τον "κανόνα του Hess" ή αλλιώς αξίωμα της αρχικής και τελικής κατάστασης, που διέπει τις χημικές αντιδράσεις. Δηλαδή 

ο υπολογισμός της ενθαλπίας, της εσωτερικής ενέργειας ενός συστήματος, δεν εξαρτάται από τα ενδιάμεσα στάδια, αλλά από την ίδια την αρχική και την τελική κατάσταση του συστήματος. 

Μέσα σε αυτή τη συστημική προσέγγιση εμπίπτουν και οι όλες μελέτες για το συνειδητό και το ασυνείδητο καθώς επίσης και η οποιαδήποτε προσπάθεια εξήγησης του modus operandi ενός οπλικού συστήματος ή ακόμα και ενός ονείρου.

Ο Wolfgang Pauli στην αλληλογραφία του με τον Jung  ο οποίος ήταν ψυχοθεραπευτής του, αφού πέρασε τα πρώτα στάδια της ψυχανάλυσης, προσπάθησε να προσεγγίσει τις εικόνες που προβάλλει το ασυνείδητο μέσα από τα όνειρα, βασιζόμενος σε κανόνες της Φυσικής. 


Ήταν τέτοια η εμμονή του, που μέχρι και ο Jung του έγραψε πως κοίταζε μέσα στο ίδιο το χάος. Και όμως η επιστημονική έρευνα του Pauli στον τομέα του συλλογικού ασυνειδήτου του χάρισε το βραβείο Nobel, όταν ανακάλυψε τον τέταρτο κβαντικό αριθμό ή άλλως spin.  

Η Κβαντομηχανική στην εποχή του Pauli δεχόταν τρεις κβαντικούς αριθμούς, τον κύριο (n), που έδειχνε το μέγεθος του ηλεκτρονιακού νέφους, του αζιμουθιακού (l), που έδειχνε το σχήμα του και του μαγνητικού (m), που αντιστοιχούσε το μαγνητικό πεδίο. Ο Pauli επινόησε την στροφορμή (s) ενός ηλεκτρονίου, μετά από κάποιο όνειρο, στο οποίο το ασυνείδητό του έστειλε μήνυμα πως στη φύση ο αριθμός 4 είναι δομικός.

Η σχέση μεταξύ συνειδητού και ασυνειδήτου μπορεί να καταστεί τόσο περίπλοκη και ασύμμετρη, ώστε πολλές φορές κάποιος να χαθεί μέσα στο χάος της έρευνας, αλλά ακόμα και σε αυτή το εξαιρετικά περίπλοκο σύνολο προσπαθειών, υπάρχουν διαβαθμίσεις ως προς το τι μπορεί να πάει στραβά. 



Για παράδειγμα, ο Jung μέσα από τη θεωρία του για το συλλογικό ασυνείδητο, υποστήριζε την θεωρία των αρχετύπων. Για τον Jung υπήρχαν 3 θεμελιώδη αρχέτυπα: ο animus (για τις γυναίκες), η anima (για τους άντρες), το εγώ καθώς επίσης και η αντανάκλαση της σκιώδους πλευράς του εγώ, δηλαδή της σκιάς. 

Αυτά τα αρχέτυπα τόσο για τους άντρες όσο και για τις γυναίκες αποτελούν τη θεμελιώδη θεώρηση αφενός της γνώσης για το αντίθετο φύλο, την ιδιοσυγκρασία και τις σκοτεινές πτυχές του εγώ, αφετέρου την αλληλεπίδραση τόσο μεταξύ των αρχετύπων όσο και των ανθρώπινων υποστάσεων κατ’ επέκτασην.  


Στην περίπτωση του Pauli, το αρχέτυπο της anima υπαγόταν στην άμεση επιρροή της εικόνας του πατέρα του, όπως είχε διαμορφωθεί στο συνειδητό του κομμάτι, γι’αυτό και οι τάσεις φυγής του από τις σχέσεις αφενός ή η εμπλοκή του σε σχέσεις με γυναίκες αμφιβόλου ηθικής προελεύσεως (dark anima). 


Η σχεδόν χαοτική φύση της αλληλεπίδρασης των σωματιδίων σε υποατομικό επίπεδο, κατέστη εφαλτήριο για τον Pauli, προκειμένου να σκιαγραφήσει τα μοτίβα εκείνα, τα οποία δομούσαν την ανθρώπινη ψυχή σε επίπεδο ασυνειδήτου. 


Την προσπάθεια σμίξης μεταξύ της κβαντομηχανικής επιστήμης και της ψυχοθεραπείας την τοποθέτησε στα πλαίσια του λεγόμενου synchronicity, στο οποίο εμπίπτουν φαινόμενα όπως η κίνηση άνευ δύναμης σε υποατομικό επίπεδο.


Μεταγενέστερος του Pauli και δίδοντας μιαν άλλη επαναστατική προέκταση της λεγόμενη ψυχολογίας του βάθους, υπήρξε ο Robert Anton Wilson  συγγραφέας του πασίγνωστου cult μυθιστορήματος illuminatus. 


Ο Wilson χρησιμοποίησε το υπόβαθρό του, αυτό της συμπεριφορικής ψυχολογίας, ούτως ώστε να ιδρύσει μια νέα σχολή ψυχολογίας, την Κβαντική. Στο βιβλίο του Quantum Psychology, πνέει μένεα εναντίον της σχολής της Κοπεγχάγης, η οποία ναι μεν θεμελίωσε την κβαντική θεωρία, αλλά υιοθέτησε άκρως συντηρητικά κριτήρια επαλήθευσης και αποδοχής συμπληρωματικών θεωριών, που μέχρι και σήμερα αποτελούν τροχοπέδη για τους θεωρητικούς. 


Ο Wilson βασιζόμενος στη νέα εποχή της πληροφόρησης πραγματεύεται πως ο ανθρώπινος νους και οι δραστηριότητες εκείνες, οι οποίες συνθέτουν την ψυχή, ξεκινούν από υποατομικό επίπεδο προκειμένου να συνθέσουν μια υπερδομή, η οποία υπόκειται στους συμπαντικούς νόμους της εξελιξιμότητας και της προσαρμοστικότητας. 


Λόγω αυτών των δεδομένων, ο Wilson υποστηρίζει αυτό που έχει κάνει δόγμα η ρωσική επιστημονική κοινότητα, δηλαδή πως πρέπει να καταλάβουμε το software του εγκεφάλου, διότι ο εγκέφαλος δεν λαμβάνει πρωτογενή δεδομένα, αλλά ανασυνθέτει τα ερεθίσματα τα οποία λαμβάνει.



Η μαζική ροή των δεδομένων στον ανθρώπινο εγκέφαλο έχει πρωτοφανείς παρενέργειες και οδηγεί σε συμπτώματα μαζικής παράκρουσης, ψυχαναγκασμού και πάσης φύσεως καταθλιπτικού τύπου διαταραχές.
Έρευνες, οι οποίες διεξήχθησαν πάνω στον τομέα της υπερφόρτισης του εγκεφάλου, κάνοντας χρήση μαγνητικού τομογράφου έδειξαν πως η μαζική ροή της πληροφόρησης, έχει το λεγόμενο "threshold effect" στη λειτουργία του νου, δηλαδή το ίδιο φαινόμενο που παρατηρείται σε μικροσκοπικό επίπεδο στα ένζυμα όταν υπάρχει υπερσυγκέντρωση υποστρώματος και προκαλεί την αναστολή του.

Στο μετρό των Αθηνών διαβάζουμε σε μια διαφήμιση: “Οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται σε μια ώρα στο διαδίκτυο αντιστοιχούν (ή ακόμα και υπερτερούν) σε αυτές που ένας άνθρωπος του 18ου αιώνα θα λάμβανε σε όλη του τη ζωή”. 

Προσπαθώντας λοιπόν να ερμηνεύσουμε την ανταπόκριση του εγκεφάλου σε όλον αυτό τον πληροφοριακό βομβαρδισμό και βασιζόμενοι στα λεγόμενα του Wilson  συνάγουμε πως είναι εξαιρετικά πιθανό τα βιομόρια, που απαρτίζουν τον εγκέφαλο να κβαντίζονται με αποτέλεσμα να κβαντίζεται η υπερδομή της ανθρώπινης συνείδησης. 


Αν το πάρει κάποιος “χονδρικά” τούτο συμβαίνει πρωτίστως από έλλειψη αποθηκευτικού χώρου. Για να διογκωθεί ο χώρος, πρέπει να ανοιχθούν τα “αμπάρια” του ασυνειδήτου, αλλά πριν φορτωθεί οτιδήποτε, προηγείται το “ξεσαβούρωμα”, κατά τη ναυτική ορολογία.  

Η Ψυχή τότε βιώνει μια διεργασία κάθαρσης, εφόσον καλείται να ενσωματώσει αρχέτυπα και να καθαρίσει σε επίπεδο συνειδητού τα παραπροϊόντα του υποσυνειδησιακού μεταβολισμού.  Βρισκόμενο το άτομο σε αυτή τη διεργασία και με την πίεση να έχει λάβει εξωπραγματικές διαστάσεις, υιοθετεί προσωπικότητες με τον ίδιο τρόπο, που το ηλεκτρόνιο κβαντίζεται προκειμένου να βρεθεί σε δύο διαφορετικούς τόπους, την ίδια χρονική στιγμή! 

Το σοκ, όπως καταλαβαίνει κανείς, είναι τεράστιο όταν το άτομο διαπιστώνει πως η γάτα του Scroedinger δεν είναι ούτε πεθαμένη, ούτε ζωντανή, αλλά και τα δύο ταυτόχρονα !



Scholeio.com

Συνείδηση, Μπορεί να Επικοινωνήσει με το Σύμπαν ?


Μια Κβαντικά Ολοκληρωμένη Συνειδησιακή Υπόσταση,
ικανή να επικοινωνήσει με το ίδιο το Σύμπαν.

Η Ψυχοτρονική αποτελεί έναν τομέα, οι εφαρμογές του οποίου μπορούν, επίσημα πλέον, να απαντηθούν στο οπλοστάσιο μιας χώρας (ΗΠΑ, Ρωσία). 

Η έρευνα και ανάπτυξη πάνω στις νευροεπιστήμες έχει συμβάλλει στην ανάπτυξη οπλικών συστημάτων, τα οποία μπορούν να πλήξουν τη συνείδηση και να μετατρέψουν τους ανθρώπους σε άβουλα όντα.

Νέα Εποχή, Νέοι Κίνδυνοι





Απλά πρέπει να ξέρουμε 

   Προσωπικά δεδομένα, μηνύματα, e-mail, φωτογραφίες ακόμα και λίστες επαφών μπορούν να υποκλαπούν από

τα iΡhone μέσω τεχνικών οι οποίες είναι άγνωστες στους περισσότερους υπευθύνους τεχνικούς καθώς και στις υπηρεσίες ασφαλείας. Οι συγκεκριμένες τεχνικές υποκλοπής μπορούν να παρακάμψουν τη διαδικασία κρυπτογράφησης καθώς και το αντίγραφο ασφαλείας μέσω υπερυπολογιστών.

   Σε ένα πρόσφατο συνέδριο ο ερευνητής ασφαλείας Τζόναθαν Ζιντράσκι ανέφερε πως κανένας χρήστης  iΡhone  δεν είναι σε θέση να γνωρίζει ποια στοιχεία μπορούν να υποκλέπτουν ανά πάσα στιγμή από τη συσκευή τους είτε να εμποδίσουν όσους μπορούν να υποκλέψουν τα προσωπικά τους στοιχεία.

   «Δεν υπάρχει κανένας τρόπος να προστατευτείτε, εκτός αν διαλύσετε εντελώς τη συσκευή σας και πάλι χωρίς πολλές ελπίδες» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Ζιντράσκι στο συνέδριο Hackers on Planet Earth με σκοπό να δείξει τη συνεργασία ανάμεσα στην Apple και τις μυστικές υπηρεσίες των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.



«Έχουμε σχεδιάσει το iOS ώστε οι λειτουργίες του να μη θέτουν σε κίνδυνο την προστασία της ιδιωτικής ζωής των χρηστών και των κατόχων αυτών των συσκευών, αλλά δεν υπάρχει καμία περίπτωση να μην μπορέσουν τα IT τμήματα των εταιρειών που ενδιαφέρονται να μην υποκλέψουν όποια στοιχεία επιθυμούν»  υπογράμμισε ο κ. Ζιντράσκι 
   Όπως αναφέρει μάλιστα το πρακτορείο Reuters, ο τεχνολογικός κολοσσός Apple, αναγνωρίζοντας εμμέσως το πρόβλημα, δεσμεύτηκε να επανασχεδιάσει κάποια συστήματα στο μέλλον ώστε να καταστήσει περισσότερο δύσκολη την υποκλοπή προσωπικών δεδομένων.

   Μάλιστα το ίδιο το πρακτορείο Reuters για να καθησυχάσει τους κατόχους συσκευών iΡhone τονίζει πως είναι περισσότερο ασφαλείς από κάθε άλλη συσκευή της ανταγωνίστριας Google της οποίας το λειτουργικό σύστημα Android θεωρείται λιγότερο ασφαλές στην υποκλοπή προσωπικών δεδομένων.    
Τμήμα ειδήσεων defencenet.gr

Scholeio.com

Εμμονή, Παράνοια ή απλά ...Ερωτας ?




Μάρκος και Τατιάνα


Διήγημα του Χρήστου Α. Χωμενίδη
Οι ψυχικές διαθέσεις είναι όπως τα ρούχα: σε άλλους ταιριάζουν και σε άλλους όχι. Υπάρχουν άνθρωποι που αδυνατείς να τους φανταστείς οργισμένους, άνθρωποι που στοιχηματίζεις πως δεν ερωτεύθηκαν ποτέ τους, άνθρωποι που ο μέγας πόνος και το πένθος θα τους πήγαιναν λιγότερο κι απ' ότι αν φόραγαν μια κατσαρόλα για καπέλο. Τέτοια σκεφτόμουν αναζητώντας κουράγιο για να τηλεφωνήσω στην Τατιάνα και να της αναγγείλω τον θάνατο του γιου της. 

Δεν οφείλω στη δημοσιογραφική μου ιδιότητα το γεγονός ότι πληροφορήθηκα τη μοιραία σύγκρουση μοτοσικλέτας με νταλίκα δυόμισι μόλις ώρες αφότου συνέβη. Εργάζομαι σε εφημερίδα και μάλιστα εβδομαδιαία -τέτοιου είδους "καθημερινά δράματα" σερβίρονται σαν πεσκέσια από την αστυνομία στους συναδέλφους των τηλεοπτικών ειδήσεων. 

Έψαξαν απλώς οι τροχαίοι τον Μάρκο και το μόνο ικανό να τους οδηγήσει στην εξακρίβωση της ταυτότητας του ήταν η επαγγελματική μου κάρτα, τσαλακωμένη και ξεχασμένη προφανώς στη μέσα τσέπη του μπουφάν του. Με ξύπνησαν αξημέρωτα κι άρχισαν να μου τον περιγράφουν. Στην τρίτη φράση τους είχα κιόλας καταλάβει για ποιον επρόκειτο. "Είναι σίγουρα νεκρός;" ρώτησα, και πίεσα το ακουστικό πάνω στο αφτί μου, ενώ με το άλλο χέρι ψηλαφούσα την επιφάνεια του κομοδίνου, αναζητώντας μέσα στο σκοτάδι τα τσιγάρα μου. "Νεκρό τον βρήκαμε... Δυστυχώς... είναι συγγενής σας;". 
"Που τον έχετε;" τινάχτηκα από το κρεβάτι και έβαλα, ξεβράκωτος, το παντελόνι μου.

Από μιαν άποψη ο Μάρκος ήταν το αντίθετο από συγγενής μου. Ήταν ο καρπός της ένωσης της Τατιάνας με εκείνον που την έκλεψε και από μένα κι από τη δραματική σχολή και από την Αθήνα την αποφράδα άνοιξη του 1980 για να την ανεβάσει στην πόλη του και να την στεφανωθεί -έγκυο ήδη- μέσα σε τρεις μήνες. 
-  "Και καλά εγώ!" ούρλιαζα και χτυπιόμουν. "Το ταλέντο σου όμως; Τα στέκια σου; Η ζωή σου; Τα παρατάς όλα σύξυλα και πας να εγκατασταθείς 20 χρονώ κοπέλα, στη Φλώρινα με κάποιον ζαχαροπλάστη που τον συνάντησες -λες- μέσα στο ασανσέρ της Εφορίας; Έχεις παραφρονήσει;" 
-  "Από έρωτα..."  μου απάντησε, σαδιστικά σχεδόν. 
-  "Σκέψου το καλά!" την απείλησα. "Θα το μετανιώσεις!" 
-  "Καλή τύχη!" μου ευχήθηκε, και μάζεψε τα τελευταία της ρούχα από το σπίτι μου.

Δεν το μετάνιωσε. Ο γάμος της πρόκοψε, ο ζαχαροπλάστης εξελίχθηκε σε βιομήχανο χαλβάδων και σε σημαίνουσα πολιτική προσωπικότητα της Δυτικής Μακεδονίας -θα έβγαινε σίγουρα βουλευτής αν δεν τον χτύπαγε ένας ύπουλος καρκίνος, που τον αφάνισε εν ρίπή οφθαλμού. Η Τατιάνα χήρεψε στα 32 της, παρά τις προβλέψεις όμως ούτε ξαναπαντρεύτηκε ούτε επέστρεψε στην Αθήνα. Έμεινε στην πατρίδα του άντρα της, ανέλαβε με σιδερένιο χέρι την επιχείρηση, αναμείχθηκε στα κοινά πρωτοστατώντας στην ίδρυση του Δημοτικού Θεάτρου- κι ανέθρεψε, υποδειγματικά κατά τη γνώμη της, τον μοναχογιό της.

Εγώ είχα χάσει τα ίχνη της για καμιά δεκαετία. Τα πρώτα χρόνια απέφευγα και να τη σκέφτομαι -τη θεωρούσα υπεύθυνη για την αδυναμία μου να στεριώσω δεσμό με γυναίκα και για την έλξη που ασκούσαν πάνω μου όλες οι βλαβερές συνήθειες, το αλκοόλ, τα τυχερά παιχνίδια, το τσιγάρο... Ακόμη και για το γεγονός ότι δεν έγινα, όπως το ονειρευόμουν, συγγραφέας αλλά αφοσιώθηκα (με ιδιαίτερη επιτυχία ομολογουμένως) στη δημοσιογραφία ενοχοποιούσα την Τατιάνα. 

Έπρεπε να ξανανταμώσουμε τυχαία  -κατά τη διάρκεια ενός οδοιπορικού μου στη Βόρεια Ελλάδα- για να λιώσουν, μέσα σ' ένα μισάωρο, οι πάγοι και να βρεθούμε να τα πίνουμε, αγκαλιά σχεδόν, στο ουζερί της πλατείας. "Στα μαύρα μάτια σου κοιτάζω εκείνη που αγαπούσα μέχρι χτες..." έπειζε το κασετόφωνο. "Είσαι για τα μπουζούκια;". "Ξέρεις... Δεν έχει συμπληρώσει έξι μήνες ο Αριστοτέλης..." δίστασε προς στιγμήν, μα ένα σκανταλιάρικο χαμόγελο έσκασε στην άκρη των ωραίων της χειλιών. 'Οι ζωντανοί με τους ζωντανούς! Αντε πάμε! σηκώθηκε, και ζήτησε λογαριασμό. Το πένθος δεν της ταίριαζε καθόλου.

Ξημερώματα με ακολούθησε στο δωμάτιο του ξενοδοχείου. Πέσαμε χαχανίζοντας στο στρώμα κι αρχίσαμε να γδύνουμε ο ένας τον άλλον. Ο έρωτας που κάναμε δεν είχε τίποτε από την αναζωπύρωση ενός πάθους γι αυτό ίσως και τον απολαύσαμε τόσο πολύ, σαν παιδικό σχεδόν παιχνίδι. Η Τατιάνα μεταμορφώθηκε μες στην ψυχή  μου από κρατήρα σε λιμνούλα, οι Ερινύες έγιναν Ευμενίδες. Βλεπόμασταν έκτοτε καμιά δεκαριά φορές τον χρόνο, αποφεύγαμε να βαρύνουμε τη σχέση μας με άτοπες προεκτάσεις, αρκούμασταν στη χαρά που μας έδινε όσο ήμασταν μαζί. Και τώρα έπρεπε να την πάρω τηλέφωνο και να της αναγγείλω τον θάνατο του γιου της.

Μπορεί η Τατιάνα να μας είχα συστήσει στη Φλώρινα, εγώ θυμάμαι όμως ως πρώτη μας ουσιαστική συνάντηση την ημέρα που ήρθε μόνος του να με βρει στο γραφείο μου. Είχε τελειώσει το λύκειο, δεν είχε πετύχει στο πανεπιστήμιο και είχε πείσει τη μάνα του να τον στείλει στην Αθήνα προκειμένου να πάει σε "καλό" φροντιστήριο για να ξαναδώσει.  Μα η προετοιμασία για τις εξετάσεις δεν του 'τρωγε πάνω από δύο ώρες την ημέρα κι έτσι αναζητούσε -ο ίδιος ή η Τατιάνα- έναν τρόπο για να αξιοποιήσει τον ελεύθερο χρόνο του. "Θέλεις να δημοσιογράφος, Μάρκο;" "Ξέρω να γράφω!" μου απάντησε με την άνεση του ανθρώπου που διαθέτει όλες τις προϋποθέσεις για να διαπρέψει στο επάγγελμά μας. 

Τον πήρα μαζί μου για να τον δοκιμάσω σε μιαν ενημέρωση στο πρες ρουμ, και το κείμενο που μου παρουσίασε, δύο μέρες αργότερα, σαν δείγμα των ικανοτήτων του, κατάφερνε όντως να με εντυπωσιάσει. Εκτός από απίθανα ανορθόγραφο, στερούνταν εντελώς δομής και εν τέλει λογικής: αντί να παραθέτει τα όσα είχε δηλώσει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, 
περιέγραφε τα παπούτσια του ! Την κόντρα του με έναν αντιπολιτευόμενο συνάδελφο για ένα καθαρά πολιτικό ζήτημα την αποτύπωνε σαν κοκορομαχία για τα μάτια μιας νεαρής ρεπόρτερ, καταλήγοντας μάλιστα στο συμπέρασμα ότι "δυο γάιδαροι τσακώνονταν σε ξένον αχυρώνα"! 
-  "Πώς σου κατέβηκαν όλα αυτά, ρε Μάρκο;" 
-  "Οποιος έχει μάτια βλέπει!" 
-  "Κι εμείς γιατί δεν βλέπουμε τα ίδια;". 
-  "Μάλλον εσύ πρέπει να αλλάξεις γυαλιά!"  Συγκρατήθηκα για να μην τον πετάξω έξω με τις κλωτσιές. Αποχώρησε μόνος του μετά από κανά τέταρτο, αρνούμενος να επιφέρει και την παραμικρή βελτίωση στο πόνημά του.  
-  "Ουστ, κωλόπαιδο!" μονολόγηγα. "Για να μην είχες τα λεφτά του μπαμπά σου και σου 'λεγα εγώ αν θα παρίστανες τον μάγκα!" 
-  "Σιγά μη του χρειάζονται τα λεφτά!" πετάχτηκε από το διπλανό γραφείο η Στέλλα. 
-  "Γιατί; Τι άλλο έχει;" 
-  "Μα είναι κούκλος! Καλλονός! Αγαλμα!". Ομολογώ ότι ως τότε δεν το είχα προσέξει.   

Υστερα από καμιά βδομάδα με πήρε η Τατιάνα να με ευχαριστήσει που είχα -λέει- βρει δουλειά στον κανακάρη της σε ένα νεανικό περιοδικό. Η χαρά της ήταν τέτοια ώστε απέφυγα να την διαψεύσω και να της πω τι εντύπωση μου είχε δημιουργήσει ο Μάρκος. Οπως απέφευγα και στη συνέχεια να σχολιάζω τις "προόδους" του, που εκείνη -ενθουσιώδης πάντα- μου ανακοίνωνε: ότι είχε πάρει εκπομπή σε νεανικό φυσικά ραδιοσταθμό, ότι έβγαζε το χαρτζιλίκι του κάνοντας ντισκ τζόκεϊ στα κλαμπ, ενώ παράλληλα παρακολουθούσε μαθήματα χορού υποκριτικής σε κάποιο "ελεύθερο εργαστήρι". Το όνειρο των ανωτάτων σπουδών είχε μπει φυσικά στο χρονοντούλαπο και η Τατιάνα όχι μονάχα δεν τραβούσε τα μαλλιά της αλλά πανηγύριζε που ο γιόκας της είχε κληρονομήσει την καλλιτεχνική της φύση. 
Κάποια στιγμή δεν άντεξα και εξέφρασα -όσο πιο ευγενικά γινόταν- τις αντιρρήσεις μου: 
-  "Χάρη στα νιάτα και στην ομορφιά του απολαμβάνει..." είπα "απολαμβάνει γκόμενες, τσάρκες, μουσικές, ότι τραβάει η όρεξή του... Στο μέλλον όμως τι θα κάνει;" 
-  "Εξυπνο παιδί είναι, θα βρει το δρόμο του. Στη χειρότερη περίπτωση θα αναλάβει την οικογενειακή μας επιχείρηση!" 
-  "Δεν ισχυρίζομαι πως θα πεινάσει. Φοβάμαι ωστόσο ότι θα βαρεθεί μέχρις απελπισίας. Στα 30 τα πάντα θα του φαίνονται σαν χιλιοπαιγμένα έργα. Οταν η ζωή στα δίνει όλα στο πιάτο μπορεί και να σου παίζει τη μεγαλύτερη πουστιά...". 
-  "Ενώ όταν σε γεμίζει απωθημένα..." έγινε η Τατιάνα αδικαιολόγητα επιθετική απέναντι μου.  
Βαριόμουν να καβγαδίσω, δεν μου έπεφτε και λόγος κι άλλαξα ακαριαία συζήτηση. Ετσι κι αλλιώς, οι ανησυχίες μου αποδείχθηκαν χωρίς αντικείμενο. Ο Μάρκος δεν ήταν γραφτό να φτάσει στα 30.

Μόλις η Τατιάνα βεβαιώθηκε για τον θάνατο του γιου της, αντί να καταρρεύσει, όπως φοβόμουν, κυριεύτηκε από υπερένταση και άρχισε να προετοιμάζει την κηδεία του σαν να επρόκειτο για πάρτι. Θα το έθαβε στη Αθήνα -"για να μην τον πάρει μακριά από τις συντροφιές του"- στο Α' -"το οποίο είναι λιγότερο νεκροταφείο και περισσότερο γλυπτοθήκη"- και θα ναύλωνε πούλμαν από τη Φλώρινα, για να μπορέσουν να έρθουν οι παλιοί συμμαθητές του. Οτι κι αν μου 'λεγε, εγώ συμφωνούσα και επαύξανα. Τα ηρεμιστικά χάπια, που μου είχε προμηθεύσει ένας φίλος ψυχίατρος, αποδεικνύονταν προς το παρόν αχρείαστα -σε τι καλύτερο μπορούσα να ελπίζω;  
Οταν, μέσα στον νεκροθάλαμο,  η Τατιάνα απαίτησε να ανοιχτεί το φέρετρο, πίστεψα ότι είχε φτάσει η στιγμή της αναμέτρησης με την τραγική αλήθεια. Επιστράτευσα όλες μου τις δυνάμεις για να τη στηρίξω. "Μα κοίτα πώς ταιριάζει το κουστούμι που του διάλεξα με το πουκάμισο και τη γραβάτα! Δεν είναι κούκλος; Στους ανύπαντρους συνήθως φοράνε γαμπριάτικα, μα εγώ επέμενα σε κάτι πιο σπορ- στο κάτω κάτω ταξίδι δεν πηγαίνει; Δεν είχα δίκιο, κύριε Ψαρρά μου;" απευθύνθηκε στον τελετάρχη, και εκείνος συγκατένευσε, ρίχνοντας ταυτόχρονα το επαγγελματικό του βλέμμα οίκτου προς το μέρος μου.

Ο μέσος όρος ηλικίας εκείνων που συνόδεψαν τον Μάρκο στην τελευταία του κατοικία δεν ξεπερνούσε τα 25. Πιτσιρίκια που για πρώτη ίσως φορά έρχονταν σε τόσο άμεση επαφή με τον θάνατο και του αντιστέκονταν σπασμωδικά, σαχλαμαρίζοντας και χασκογελώντας ακόμη και μέσα στην εκκλησία, με αποτέλεσμα ο παπάς να διακόψει δύο φορές τις ψαλμωδίες για να τους κάνει παρατήρηση ότι δεν σέβονταν τάχα τον νεκρό -σαν να τους έλεγε ότι ο Μάρκος δεν ανήκε πλέον στην παρέα τους αλλά σε κάποιον άλλον κόσμο, όπου επικρατούν σοβαρότης και πειθαρχία. 
Υστερα από την ταφή πήγαμε στο κυλικείο για τον καφέ της παρηγοριάς. Εκεί η Τατιάνα -η οποία λογικά θα έπρεπε να κάθεται και να δέχεται τα συλλυπητήρια- άρχισε να γυρνάει από τραπέζι σε τραπέζι και να φλυαρεί με τους φίλους του γιου της περί ανέμων και υδάτων, προκαλώντας αμηχανία και σε αυτούς και σε εμένα, που την ακολουθούσα καπνίζοντας νευρικά κι αδειάζοντας τα ποτήρια του κονιάκ. 
Μέσα σ' ένα μισάωρο μέθυσα κι άρχισα να λιγουρεύομαι τα κοριτσάκια με τα μακριά πόδια και τις καθαρές ματιές -Ελληνίδες μιας νέας εποχής, που αδιαφορούσαν παγερά για τους δημοσιογραφικούς θριάμβους μου, ακόμη δε και για το γεγονός ότι η χούντα με είχε κάποτε σπάσει στο ξύλο. 
-  "Βλέπεις τι σύχναζε στο κρεβάτι του Μάρκου;" καμάρωνε η Τατιάνα, και πέτυχε εκείνο που -από περηφάνια μάλλον- επεδίωκε:  αντί να τον λυπάμαι που είχε πεθάνει, να τον ζηλεύω για τα νιάτα του!  

Στην πραγματικότητα δεν ήταν καν κρεβάτι αλλά ένα στρώμα στο πάτωμα που τα σεντόνια του θα 'χαν βδομάδες να αλλάχτούν. Ο Μάρκος δε διακρινόταν για το αίσθημα της τάξης ή της καθαριότητας.
Στο σπίτι του ένα ισόγειο δυάρι στο Παγκράτι -έπρεπε να προσέχεις το κάθε σου βήμα για να μη σκοντάψεις στις ντάνες CD, τις στοίβες με τα άπλυτα και τα ξέχειλα σταχτοδοχεία. Η Τατιάνα, που σε κάθε άλλη περίπτωση θα είχε επελάσει με την ηλεκτρική σκούπα επί χρησίμων και αχρήστων, τώρα δεν ήθελε να πειράξει το παραμικρό. Επιανε ένα αποτσίγαρο, το κοίταζε καλά καλά στο φως -σαν να προσπαθούσε να διακρίνει πάνω στο φίλτρο το ίχνος των χειλιών του παιδιού της κι ύστερα το επανατοποθετούσε με ευλάβεια στο τασάκι. Ακουγε ξανά και ξανά τα εφτά μηνύματα που είχαν γραφτεί στον τηλεφωνητή, τα τρία προέρχονταν από κάποια Αθηνά (που είχαν ραντεβού έξω από ένα κλαμπ, ο Μάρκος όμως την έστησε διότι σκοτώθηκε κι εκείνη στο τέλος τον έβριζε), τα δύο από φίλους και τα άλλα δύο από άγνωστες γυναικείες φωνές. "Πάμε, Τατιάνα μου;" "Που να πάμε; "Σπίτι μου... Είναι πια αργά..." "Καλό σου δρόνο. Εγώ θα κοιμηθώ εδώ". "να μείνω, να σου κρατήσω παρέα;" "Μα έχω παρέα!" μου είπε με πλατύ χαμόγελο και σχεδόν μ' εσπρωξε προς την έξοδο.

Κατά τον επόμενο μήνα η Τατιάνα ζήτημα αν ξεμύτισε από το διαμέρισμα του γιου της. Εγώ την επισκεπτόμουν καθημερινά και πάσχιζα φιλότιμα να την τραβήξω απ' την κατάσταση απάθειας στην οποία είχε παριέλθει. 
Η επικοινωνία μας ωστόσο ολοένα και δυσκόλευε: ανάσκελα στο στρώμα μέρα-νύχτα, με το βλέμμα καρφωμένο στο ταβάνι, άλλαζε διαρκώς εκφράσεις σάμπως να παρακολουθούσε,  σε αυστηρά ιδιωτική προβολή, κάποια ταινία δίχως αρχή και δίχως τέλος. 
Ετρωγε ελάχιστα και σχεδόν με το ζόρι. Τα μαλλιά της -που από έφηβη τα ίσιωνε πεισματικά- είχαν ξαναβρεί τη φυσική σγουράδα τους, μπούκλες που χύνονταν στο μαξιλάρι η γαργαλούσαν τους στρογγυλούς της ώμους. Ξάπλωσα δίπλα της, την πήρα αγκαλιά, τη φίλησα σε φανερά και σε κρυφά σημεία. Δεν αντιστάθηκε μα ούτε και συμμετείχε στο παραμικρό. Είχα στα χέρια μου ένα κομμάτι πλαστελίνη που έπαιρνε όποιο σχήμα του έδινα κι είχε τη θλιβερή ιδιότητα να μαλακώνει ό,τι ερχόταν σ' επαφή μαζί του. 
Διέκοψα εκείνη την παρωδία ερωτικής πράξης κι άναψα ένα τσιγάρο της παρηγοριάς. 
-  "Πότε θα ανέβεις στη Φλώρινα;" 
-  "Γιατί να ανέβω;" 
-  "Εχεις κοτζάμ εργοστάσιο να φροντίσεις! Τριάντα εργάτες, παραγγελίες, εξαγωγές! Πρέπει να ασχοληθείς και με το φεστιβαλ θεάτρου!" 
-  "Τους βαρέθηκα και τους χαλβάδες και τις παραστάσεις...  Ας αναλάβει κάνας άλλος..." 
-  "Θες να σε πάω ένα ταξίδι;" 
-  "Οχι" 
-  "Εχεις καμιά επιθυμία;" 
-  "Οχι" 
-  "Ο Μάρκος πέθανε!" 
-  "Το ξέρω". 
-  "Κι εσύ τι σκοπεύεις να κάνεις από εδώ και στο εξής;" 
-  "Τίποτε", απάντησε, και μου γύρισε την πλάτη, όχι για να βάλει τα κλάματα, αλλά για να αποκοιμηθεί.

Απ' τα λεγόμενα μου ο γιατρός είχε διαγνώσει κατάθλιψη κι είχε συστήσει ένα συνδυασμό ελαφρών ψυχοτρόπων, που θα της ξανάδιναν -λέει- το κέφι της. 
Αρνήθηκα να χαπακώσω την Τατιάνα μόνο και μόνο για να τη δω χημικά χαρούμενη. Κι όταν, εκείνο το απόγευμα, με υποδέχτηκε σε μια κατάσταση ευθυμίας που άγγιζε την έξαψη, ντυμένη και βαμμένη, 
-  "τι πήρες;" μούγκρισα, με δυσκολία συγκρατώντας την οργή μου. 
-  "Οχι τι πήρα... Τι βρήκα, να ρωτάς!" είπε, και μου μοστράρησε μιαν απόδειξη από ένα κέντρο τεχνητής γονιμοποίησης που την είχε ανακαλύψει τυχαία, μέσα σ' ένα συρτάρι με φωτογραφίες, προφυλακτικά και υπολείμματα χασίς. Τρεις μήνες πριν από το θάνατο του ο Μάρκος -κινούμενος από παροδική αφραγκία ή από απλή περιέργεια -αποφάσισε να γίνει δωρητής σπέρματος. 
Πήγε στο εν λόγω κέντρο, μια νοσοκόμα του 'δωσε με τυπικό χαμόγελο δυο τρία πορνοπεριοδικά...
-  "σας αρέσουν μήπως τολμηρά κόμικς;  Εχουμε και γκέι έντυπα, αν τα προτιμάτε!" και τον άφησε μόνο του για κάνα τέταρτο μέσα στο δωματιάκι. 
Για την ευγενική του προσφορά αμείφθηκε με έναν φρεσκοστυμμένο χυμό και 15ο ευρώ αφορολόγητα.
-  "Το ήξερα βαθιά μέσα μου ότι δεν είχαν όλα χαθεί! Με το που διάβασα την απόδειξη και κατάλαβα περί τίνος επρόκειτο, μπήκα σ' ένα ταξί και όρμησα στο κέντρο, Στην αρχή δεν το συζητούσαν καν -τηρούμε αυστηρά το απόρρητο ούτε κι εμείς δεν ξέρουμε σε ποιον ανήκει η κάθε δόση!"-, μόλις όμως τους διηγήθηκα την ιστορία και τους έταξα μια βαρβάτη δωρεά στη μνήμη του παιδιού μου, άλλαξαν γνώμη. 
Για καλή μου τύχη το σπέρμα του Μάρκου δεν είχε ακόμη χρησιμοποιηθεί -αν και τι τύχη;- έχουν, μιλάμε, οι άτιμοι, τεράστια κάβα -θα μπορούσαν να γονιμοποιήσουν τη μισή Ελλάδα!  Για να μη στα πολυλογώ, τους έκοψα μια επιταγή των 20.000 ευρώ και το πήρα πίσω!  Ελα να δεις!"

Ανοιξε την κατάψυξη κι έβγαλε ένα σφραγισμένο φιαλίδιο, που είχε μια ετικέτα με το ονοματεπώνυμο και την ομάδα αίματος του Μάρκου. Δεν έχω δει άνθρωπο να κρατάει κάτι με μεγαλύτερη στοργή.  Αμα τυχόν επιθυμούσα να πέσω θύμα άγριας δολοφονίας, δεν είχα παρά να της το ρίξω και να το σπάσω στο μωσαϊκό. 
-  "Τι με κοιτάς σαν βλάκας;  Ο γιός μου δεν πέθανε, ζει εδώ μέσα!"
Φαντάστηκα τον Μάρκο να ξεπροβάλλει όπως το τζίνι από το λυχνάρι, πρόθυμος να ικανοποιήσει κάθε επιθυμία της μαμάς του. 
-  "Σε εννέα μήνες θα του αλλάζουμε τις πάνες!"
-  "Σκοπεύεις, δηλαδή, να αποκτήσεις εγγονάκι!". 
-  "Πες το όπως θες! Η ουσία είναι πως ο Μάρκος μου θα ξαναγεννηθεί!" 
-  "Και ποια θα τον φέρει στον κόσμο;"
-  "Η καλύτερη!" 
-  "Και αν μας βγεί κορίτσι;"   

Οσο κι αν έψαξα, δεν βρήκα καμιά πειστική αντίρρηση να φέρω στην Τατιάνα. Μπορεί το σχέδιο της να φαινόταν σ' εμένα εκκεντρικό (ίσως κι αρρωστημένο κατά βάθος), μα αφού στην ίδια θα ξανάδινε τη χαρά της ζωής, δεν μπορούσα παρά να το υπηρετήσω πιστά. 
-  "Δεν άφηνε, κυρία Τατιάνα, ούτε θηλυκή γάτα! Ο,τι του καθότανε το..." μας πληροφόρησε ο κολλητός του φίλος Περικλής, που έμοιαζε -αντίθετα- συνεσταλμένος κι ευγενέστατος. 
-  "Δεν είχε ωστόσο κάποιον σταθερό δεσμό;". 
-  "Τους τελευταίους μήνες κυκλοφορούσε με την Αθηνά Μπαντέκα.  Την απατούσε όμως συστηματικότατα... Συχνά μεταχειριζόταν εμένα για δικαιολογία...
-  "Αλλά κατά βάθος ήταν ερωτευμένος μαζί της..." 
-  "Μπα, μάλλον τον διασκέδαζε η παρέα της. Και σίγουρα τον βόλευε. Πήγαιναν μαζί για μπιλιάρδο -πόσες γυναίκες ξέρουν να κρατάνε τη στέκα;-,  γύρναγε στα κλαμπ, του Μάρκου έπαιζε διαρκώς το μάτι και η Αθηνά έκανε το κορόϊδο..." 
-  "Αρα τον αγαπούσε..." 
-  "..." 
-  "Εκείνος είχε ερωτευθεί ποτέ του;" ρώτησα εγώ βέβαιος για την αρνητική απάντηση.
-  "Μου είχε μιλήσει, μερικές φορές τελευταία, για κάποια φοβερή γυναίκα που τον είχε τρελάνει..." 
-  "Δείξ' τη, ρε Μάρκο, και σε μένα, δεν θα στη φάω! του έλεγα. "Ούτε κι εγώ την έχω δει ποτέ μου" μου απαντούσε με μυστηριώδες ύφος, και άλλαζε συζήτηση..."
-  "Εφηβικές σαχλαμαρίτσες!" αποφάνθηκε η Τατιάνα. "Ο άνθρωπος μας είναι η Αθηνά!"

Αν είχα κόρη, θα ήθελα να της μοιάζει: ψηλή, λεπτοκαμωμένη, με μια έμφυτη χάρη σε όλα της, λόγια, εκφράσεις και κινήσεις. Δεν έδειχνε νά 'χει πλήρη συνείδηση της ομορφιάς της κι ετούτο με γοήτευε ακόμη περισσότερο. Σίγουρα ο Μάρκος θα της είχε βγάλει το λάδι, πεθαίνοντας δεν θα της δημιούργησε βαθύ ψυχικό τραύμα. 

Η Τατιάνα είχε την ιδέα να δειπνήσουμε οι τρεις μας σ' ένα πολυτελές εστιατόριο. 
Η Αθηνά ανταποκρίθηκε στην απροσδόκητη πρόσκληση, μολονότι εμένα δεν με ήξερε καθόλου και την Τατιάνα την είχε δει μία φορά στα πεταχτά και άλλη μία στην κηδεία. Δυστυχώς, η κουβέντα μας δεν απέκτησε καμιά φυσικότητα. 

Η Τατιάνα, ταυτόχρονα με το ψητό ψάρι, προσπαθούσε να ξεψαχνίσει και την Αθηνά -τη ρωτούσε για τις σπουδές της, για την οικογένειά και για τα ενδιαφέροντά της, με έναν τρόπο σαν να σκόπευε να την προσλάβει. Μάταια τη σκούνταγα κάτω από το τραπέζι για να την κάνω να αλλάξει ύφος. Πάνω από τη σοκολατίνα της αμόλησε τη βόμβα: 
-  "Θα ήθελες να γίνεις μητέρα;" 
-  "Δεν το 'χω σκεφτεί..." αποκρίθηκε αμήχανα η μικρή. 
-  "Θα ήθελες να φέρεις στον κόσμο το παιδί του άντρα που αγάπησες;".   

Οσο γινόταν πιο συγκεκριμένη τόσο η Αθηνά φαινόταν να νιώθει λιγότερο άνετα.  Οταν ζήτησε συγγνώμη και σηκώθηκε να πάει στην τουαλέτα, φοβήθηκα ότι θα το έσκαγε από το εστιατόριο. 
-  "Πως γίνεται να είσαι τόσο άγαρμπη;" επέπληξα την Τατιάνα. 
-  "Της τα λέω ντόμπρα και σταράτα! Σαν γυναίκα προς γυναίκα! Αλλά που να καταλάβεις εσύ τη συγκίνηση της στιγμής..." 




Προτού καλά καλά ξανακαθήσει η Αθηνά άρχισε να μας δίνει την απάντησή της: 
-  "Ξέρετε, πριν απ' τα Χριστούγεννα είχα μείνει έγκυος. Οταν το έμαθε ο Μάρκος, με άρπαξε άρον άρον και με πήγε για έκτρωση. Η προοπτική να γίνει πατέρας του προξενούσε φρίκη!" 
-  "Προφανώς" σκέφτηκα εγώ. "Εδώ δεν αναλάμβανε καλά καλά ούτε την ευθύνη του εαυτού του! Σούζες στην παραλιακή χωρίς κράνος..." 
-  "Πώς μπορώ λοιπόν τώρα να εκμεταλλευτώ τον θάνατο του και να παραβιάσω την επιθυμία του;" 
-  "Μα αλλάξανε τα δεδομένα!" εξανέστη η Τατιάνα. 
-  "Για εσάς..." είπε η Αθηνά, και βιάστηκε να καληνυχτίσει. Στο τελευταίο βλέμμα της νομίζω πως διέκρινα μια σκιά περιφρόνησης. 
-  "Α να χαθείς σκατούλα!" μουρμούρισε η Τατιάνα, μόλις μας γύρισε το κορίτσι την πλάτη. "Εχει κι αλλού πορτοκαλιές!"

Πράγματι,  είχε μπόλικες πορτοκαλιές με τη μορφή γυναικείων ονομάτων στο καρνέ του μακαρίτη. εγώ ανέλαβα να τις παίρνω μία μία και να τις ρωτάω ευθέως αν είχαν ερωτική σχέση με τον Μάρκο. Οι περισσότερες τρομοκρατούνταν -φαντάζονταν ότι θα τις πληροφορούσα πως είχανε κολλήσει τον ιό του AIDS-,  τις άδηνα για λίγες στιγμές στην αγωνία τους, η οποία, διεστραμμένα εντελώς, με διασκέδαζε. 
-  "Για καλό σας τηλεφωνώ!" τις καθησύχαζα.  "Σας έχει αφήσει ένα πολύτιμο δώρο". Και τις καλούσα στο σπίτι για να περάσουν από ακρόαση.

Ημέρα με την ημέρα, γυναίκα με τη γυναίκα, ο αρχικός ενθουσιασμός της Τατιάνας υποχωρούσε, καθώς επίσης και η εκτίμηση στο γούστο του γιού της. Παρήλασε από μπροστά μας κάθε καρυδιάς καρύδι, από μαθήτριες ως παντρεμένες 45άρες, οι οποίες είχαν ζήσει με τον Μάρκο αυτό που αποκαλούμε ευγενικά "σύντομη καλοκαιρινή περιπέτεια" σε κάποιο νησί.  το μόνο που είχαν κοινό όλες εκείνες ήταν η άρνηση της πρότασης μας. Καμιά δεν δεχόταν να συλλάβει με το κατεψυγμένο σπέρμα, ορισμένες μάλιστα δήλωναν και προσβεβλημένες 
-  "τι με περάσατε;" μας είπε κάποια "ενοικιαζόμενη μήτρα; Γιατί δεν παίρνετε καμιά Αλβανή;"

Ποιος το περίμενε ότι η μοναδική που θα δεχόταν θα ήταν η νεαρή, ασχημούλα -και πολλά υποσχόμενη- συνάδελφος μου Στέλλα Ρ.! Την είχε τσιμπήσει ο Μάρκος κατά το σύντομο πέρασμα του από το γραφείο μου και επί ένα εξάμηνο της έδινε, στη χάση και στη φέξη, την ευκαιρία να απολαμβάνει το απολλώνιο κορμί του. 

Η Στέλλα -σοβαρότατη μέσα στο ταγεράκι της και χαμηλοβλεπούσα από σεβασμό στην παρουσία μου- άκουσε προσεκτικότατα την προσφορά της Τατιάνας και κατ' αρχήν απάντησε με μια μεταθανάτια ομολογία έρωτος, περιχυμένη με αρκετό σιρόπι: 
-  "Τον αγαπούσα τον Μάρκο... Και τον ήθελα... Υπήρχε ανάμεσά μας _πέρα απ' τη σωματική έλξη- και μια υπόγεια ψυχική επικοινωνία, που έφθανε την τηλεπάθεια. Να φανταστείτε ότι τη στιγμή που σκοτώθηκε, εγώ πετάχτηκα από το κρεβάτι και έμπηξα -χωρίς να ξέρω το γιατί- τα κλάματα!"  
Αφού μας έκανε μια πρόχειρη επίδειξη της λειτουργίας των δακρυγόνων αδένων της (η Τατιάνα απαξίωσε να τη μιμηθεί), βιάστηκε να περάσει στο ζουμί: 
-  "Το παιδί που θα γεννήσω ποιόν θα έχει τυπικά πατέρα;"
-  ¨Θα το ρυθμίσουμε!" πήγα να την καθησυχάσω. 
-  "Ρωτάω, γιατί ανακύπτουν ζητήματα νομικά, κληρονομικά... Είναι απαραίτητο -προτού μείνω έγκυος- να συμβουλευτούμε δικηγόρο." 

Η Τατιάνα την άκουγε κουνώντας το κεφάλι με κατανόηση. 
-  "Επειτα εγώ... εμένα... ποια η θέση μου; εκείνη της ανύπαντρης μητέρας; της γυναίκας που χήρεψε δίχως καν να φορέσει νυφικό; Ενα παιδί, όπως καταλαβαίνετε, θα αποτελεί αντικειμενικό βάρος στην περίπτωση που θα θελήσω να ξαναφτιάξω τη ζωή μου..." 
-  "Την ανατροφή του μπορώ να την αναλάβω εξ ολοκλήρου εγώ!" τη διαβεβαίωσε η Τατιάνα. 
-  "Δεν είναι μόνο αυτό ... Επειτα θα ανακόψει την καριέρα μου... Κάποια εξασφάλιση ίσως, μια αποζημίωση;.."  
Ο Μάρκος της είχε προφανώς μιλήσει για το εργοστάσιο στη Φλώρινα. Εγώ είχα εκπλαγεί με το πόσο ηλίθια, πέραν όλων των άλλων, αποδεικνυόταν η Στέλλα. 
-  "Θα τα συζητήσουμε, δεν βιαζόμαστε... είπε η Τατιάνα και -μόλις διατηρώντας την ψυχραιμία της -την οδήγησε στην εξώπορτα. 
-  "Πολλά τσουλιά πηδούσε τελικά ο γιόκας μου!" 
-  "νέος ήτανε, συγχωρείται...".
-  "Είχε όμως και μια φοβερή γυναίκα!".
-  " Ποια;"  
-  "Εκείνη που μας είπε ο φίλος του! Εκείνη, μτε, που τον είχε τραλάνει! Πρέπει να τη βρούμε!". 
-  "Ο Μάρκος την κρατούσε κρυφή ακόμη κι απ' τον Περικλή!".
-  "Και όμως εμείς θα τη βρούμε! Ο Χριστούλης θα μας βοηθήσει!". Και λέγοντάς το αυτό, άρπαξε την εικόνα της Παναγίας της Βρεφοκρατούσας και την έβαλε στη κατάψυξη, δίπλα στο μπουκαλάκι με το σπέρμα. 

Δεν ξέρω αν έπιασαν οι προσευχές, πάντως τη βρήκαμε. Αφού κάναμε φύλλο και φτερό το σπίτι αναζητώντας κάποιο ίχνος της, εγώ είχα τη φαεινή ιδέα να την ψάξω μέσα στον κομπιούτερ του νεκρού. Κι εκεί ανακάλυψα, αποθηκευμένους, μια σειρά από διαλόγους μέσω Internet μεταξύ του Μάρκου -που χρησιμοποιούσε το ψευδώνυμο "Μαρκ" και κάποιας "Ντόνας". 
Δίχως υπερβολή, μιλάμε για στιχομυθίες υψηλού επιπέδου, που συχνά άγγιζαν την ποίηση και μ' έκαναν να επανεκτιμήσω εντελώς τα συγγραφικά προσόντα αλλά και τη συνολική προσωπικότητα του μακαρίτη. 
Ακόμη κι όταν επιδίδονταν στο λεγόμενο cyber-sex, τα λόγια που αντάλλασαν δεν είχαν τίποτε το χυδαίο ή το τετριμμένο. Υπήρχε γνήσιο πάθος -ο Μάρκος και η Ντόνα έκαναν έρωτα, έστω και ηλεκτρονικά, έστω και εξ αποστάσεως. Σύμφωνα με τα λεγόμενά της, εκείνη γύρω στα 30, δασκάλα, διορισμένη σε κάποιο κεφαλοχώρι της Κρήτης, ανύπαντρη και συμπαθητικής εμφάνισης. Επρεπε οπωσδήποτε να την εντοπίσουμε!

Μπήκα ως "Μαρκ" στο chat-room -το κανάλι όπου συναντιόνταν- και ύστερα από μερικές ώρες άγονης αναμονής, είδα τελικά το όνομά της να εμφανίζεται: 
-  "Mou elipses! Pou isoun toso kairo?.  
-  ''Asta, eixa bleksimata... Pou na sta lew..." απάντησα εγώ. 
-  "Se pethymisa... Oi meres einai adiew makria sou!". 

Οι τρυφερότητες δεν κράτησαν παρά ελάχιστα λεπτά. Η Ντόνα είχε όντως νοσταλγήσει εντονότατα τον Μαρκ και βιάστηκε να περάσει στο ψητό.  Εγώ δεν γινόταν παρά να ανταποκριθώ με αντίστοιχη θέρμη. Η σκηνή που ζούσα ήταν εντελώς παρανοϊκή: καθισμένος στο πληκτρολόγιο, έσφιγγα... φιλούσα και οδηγούσα προς την έκταση μιαν άγνωστη, προσπαθώντας να μιμηθώ το ύφος του Μάρκου κι έχοντας την Τατιάνα πάνω απ' το κεφάλι μου, να με διατάζει να αφήσω τις αηδίες και να της ζητήσω στοιχεία ταυτότητας.
-  "Ela na se parw agalia, na kapnisoume ena tsigaro..." της ψιθύρισα.... 
-  "Anapse mou..." γουργούρισε, κι έτριψε παιχνιδιάρικα τη μουσούδα της πάνω στο τριχωτό μου στέρνο.
-  "Mousouda;" διάβασε η Τατιάνα, και την έπιασε νευρικό γέλιο. 
-  "Μα σκύλος είναι;" 
-  "Σταμάτα να με ξενερώνεις!" μεταχειρίστηκα μιαν έκφραση πολύ αρεστή στο Μάρκο.
-  "Για σένα δουλεύω!" 
-  "Akou, mwraki mou...  Den vastw allo! prepei epitelouw na se synantisw!  Laxtarw na niwsw to aggigma sou, na se anapnefsw, na se faw me ta matia kai me oles tis aisthiseis..."
-  "Ta panta ksekinoun ap' to myalo!" είπε η Ντόνα, 
-  "Kai to kormi gia to myalo doulevei..." απάντησα εγώ.
-  "Boreis na to eleftherwseis apo tis prokatalipseis tou?"
-  "Bros ston diko sou erwta, ola ta teixi gremizontai!"
-  "Παραγίνεσαι μελοδραματικός!" παρατήρησε η Τατιάνα. "Ο γιος μου ήταν πολύ πιο μάγκας!".
-  "Eisai etoimos na antimetwriseis tin alitheia? Me theleis?".
-  "Pio poly ki ap' ti zwi mou!"
-  "To les eilikrina?"
-  "Pio poly ki ap' ti zwi mou!" επανέλαβα.

Ακολούθησαν αρκετά δευτερόλεπτα, με μας να κοιτάζουμε με αγωνία την οθόνη και με την "Ντόνα" να διστάζει.
-  "Eimai antras!" έκανε επιτέλους τη φρικτή αποκάλυψη.
-  "Ki egw eimai pethamenos!" απάντησα ατάκα επί τόπου, και κατέβασα έξαλλος τον διακόπτη του κομπιούτερ.
-  "Ξέχνα το, ρε κούκλα μου... Δεν βλέπεις ότι δεν γίνεται; Γύρνα καλύτερα το μπουκαλάκι στο κέντρο τεχνητής γονιμοποίησης... Το να δώσει το σπέρμα του Μάρκου την ευτυχία σε ένα άτεκνο ζευγάρι θα είναι η καλύτερη πράξη στη μνήμη του!"
-  "Και να το μεγαλώσουν το μωρό μας ξένοι άνθρωποι;" 
-  "Τα μωρά ανήκουν σε όλον τον κόσμο!" 
-  "Καμιά δεν τον αγαπούσε τελικά τον γιο μου! Μονάχα εγώ!" ξέσπασε σε αναφιλητά. Τρανταζόταν σύγκορμη σαν μικρό κοριτσάκι. Μου σπάραζε την καρδιά. Πάσχισα να την ηρεμήσω, να της δείξω το παράλογο της επιμονής της... 
-  " Θέλεις να αποκτήσουμε ένα παιδί μαζί;" πρότεινα στο τέλος και -από τα βάθη της καρδιάς μου- ήλπιζα πως, αν μη τι άλλο, θα το συζητούσε.
-  "Αν σε ήθελα για πατέρα του παιδιού μου, δεν θα σε είχα παρατηρήσει απ' το 1980!" απάντησε με το αντιπαθέστερο ύφος. 
-  "Αυτό είχες κατά βάθος πάντα στο μυαλό σου;" μου επιτέθηκε. 
-  ¨Και τώρα, αφού εκμεταλλεύτηκες το πένθος μου και μου 'γινες κολλιτσίδα, βρήκες την ευκαιρία να το ξεφουρνίσεις! Φύγε και άσε με μόνη μου να βρω επιτέλους τη λύση!". Στοιχειώδης αξιοπρέπεια μου επέβαλλε να αποχωρήσω. 

Χρειάστηκα δυο μέρες ώσπου κάπως να ξεθυμώσω. Οταν την αναζήτησα, το μεσημέρι της μεθεπομένης, εκείνη είχε γίνει άφαντη. Τζάμπα τηλεφωνούσα, τζάμπα χτυπούσα το κουδούνι στο Παγκράτι. Η υποψία ότι πιθανόν να είχε αυτοκτονήσει για να ξανασμίξει με τον Μάρκο της μ' έπεισε να φωνάξω κλειδαρά. Αντίκρισα το διαμέρισμα στην ίδια ακριβώς χαώδη κατάσταση, αν εξαιρέσεις ότι έλειπε η Τατιάνα και το μπουκαλάκι από την κατάψυξη. Συνέχισα για μερικές βδομάδες να την παίρνω εναγωνίως, το κινητό της όμως ήταν συνέχεια κλειστό. 

Στη Φλώρινα δεν είχαν -έλεγαν- ιδέα που βρισκόταν. Δεν ενημέρωσα την αστυνομία για την εξαφάνιση της ούτε και επιστράτευσα το δημοσιογραφικό μου δαιμόνιο για να εντοπίσω τα ίχνη της. "Στο κάτω κάτω" σκεφτόμουν "δικαίωμά της είναι να μεταναστεύσει ή και να κλειστεί σε μοναστήρι!'. Εγώ είχα κάνει ο,τι μπορούσα.

Ρίχτηκα με τα μούτρα στη δουλειά κι άρχισα λίγο λίγο να το παίρνω απόφαση ότι οι δρόμοι μας είχαν πια οριστικά χωρίσει. Αποφάσισα να ξεκινήσω μια νέα ζωή, να περιορίσω το τσιγάρο και το αλκοόλ, να γραφτώ στο γυμναστήριο, να κοιτάξω γύρω μου για καμιά σοβαρή και καλή γυναίκα. Οταν ζυγώνεις τα 50, είναι πολύ σκληρό πλέον να κοιμάσαι μόνο σου.

Εξι μήνες αργότερα ένιωθα σίγουρος ότι τουλάχιστον είχα ξανακερδίσει την ηρεμία μου. Ωσπου προχθές το απόγευμα, καθώς κατέβαινα την οδό Σκουφά, την είδα ξαφνικά. Κοίταζε μια βιτρίνα με παιδικά ρούχα. Ηταν πιο όμορφη παρά ποτέ έτσι όπως είχε ξανθύνει τα μαλλιά της και χαμογελούσε ξένοιαστα. Περνώντας από μπροστά της, έχασα τον έλεγχο του αυτοκινήτου κι από την ταραχή μου κόντεψα να το ρίξω σ' ένα κάδο με σκουπίδια: η Τατιάνα βρισκόταν σε προχωρημένο στάδιο εγκυμοσύνης!

Χρήστος Α. Χωμενίδης

Το διήγημα κυκλοφόρησε σε ένθετο  με την Κυριακάτικη έκδοση του Βήματος



  Scholeio.com  

Ο Μεγάλος Πέτρος και ο ΄Ελληνας





Από τη Κριμαία έως το Αρχάγγελσκ 

Ρώσοι, Τάταροι και Σουηδοί

Ο Μεγάλος Πέτρος και ο ΄Ελληνας


   Η Ρωσία πριν να γίνει Αυτοκρατορία, σχεδόν μέχρι τα τέλη του 17 αιώνα,  δεν διέθετε διέξοδο στη θάλασσα παρά μόνο στον Αρκτικό Ωκεανό (Αρχάγγελσκ). 
   Για την ακρίβεια πριν την εποχή του Μεγάλου Πέτρου δεν διέθετε καν στόλο.  
   Η Μαύρη Θάλασσα νότια ελεγχόταν από το Χανάτο της Κριμαίας και τους Οθωμανούς, ενώ τα βαλτικά παράλια, βορειοδυτικά, από τη Σουηδία. 

   Όταν η πλήρης εξουσία πέρασε στα χέρια του Πέτρου -1696-.  Εκανε κάτι που δεν είχε ξαναγίνει, κάτι απρόβλεπτο: ανέθεσε τη διακυβέρνηση της χώρας σε έμπιστους του ευγενείς με επικεφαλής τον Φιοντόρ Γιούριεβιτς Ρομοντανόφσκι, ενώ ο ίδιος ταξίδεψε ινκόγκνιτο στη Δυτική Ευρώπη συνοδευόμενος από ολιγομελές επιτελείο.

Δημιουργώντας την Εσωτερική μας Ειρήνη





ΑυτοΠαρατήρηση, 
Το Διαβατήριο να 
Γίνουμε Καλύτεροι

Τα τελευταία χρόνια... 
Μη με ρωτήσετε πόσα, ο "άνθρωπος" ανακάλυψε (συνειδητά) την Αυτοπαρατήρηση ή Ενδοσκόπηση, παίρνετε όποιο από τα δύο σας αρέσει, και προσπάθησε να την περιγράψει... με χίλιους διαφορετικούς τρόπους. 

   Προσπάθησε να την περιγράψει με απλά λόγια για γίνει κατανοητή και προσεγγίσιμη από τον καθένα ανεξαρτήτως μορφώσεως και γνώσεων γενικότερα. Η συνείδηση ότι ο νους, το μυαλό, η σκέψη, ο τρόπος που σκέπτεται ο άνθρωπος έχει μια δική του δυναμική είναι ίσως η μεγαλύτερη επιτυχία του ανθρώπου πάνω στην γνώση.
   Δίνουμε τον επιβλητικό τίτλο Αυτογνωσία, σ' αυτήν την διαδικασία που θα με βοηθήσει να γνωρίσω, να συμφιλιωθώ, να αγαπήσω χωρίς επικριτική διάθεση, τον εαυτό μου.


   Να μετρήσω τις τάσεις του, να του επιτρέψω χωρίς βία να βελτιωθεί όπου μπορεί, να γίνει καλύτερος !
    Η αυτογνωσία δεν είναι κάτι στατικό και μόνιμο, δηλαδή το προσπαθώ... το καταφέρνω και...  Ωπ,  θαύμα, τα κατάφερα.  Τώρα που τη πέτυχα, τη κρατώ, είναι κτήμα μου...

   Θα σας στενοχωρήσω αλλά δυστυχώς δεν είναι έτσι. Η αυτογνωσία είναι μια αέναη διαδικασία που, κάθε φορά θα σας ξεγελά,  μόλις θα νομίζετε ότι φτάσατε κάπου... μέχρι να το πείτε μέσα σας, μέχρι να χαρείτε... εκείνη είναι ήδη μακριά.
   Αυτή την περιγραφή την έχουν καταγράψει πολλοί άνθρωποι που έχουν μοιραστεί τις εσωτερικές τους διεργασίες σε ομάδες.

   Η αυτογνωσία είναι σκοπός ζωής, η καλύτερα  πρέπει να είναι ο σκοπός της ζωής μας και στην αφετηρία του δρόμου που πρέπει να πάρουμε γι αυτόν ακριβώς τον σκοπό, υπάρχει ένα μεγάλο πανό που λέει Αυτοπαρατήρηση ή για άλλους Ενδοσκόπηση, το ίδιο είναι.

   Αυτοπαρατήρηση, θα λέγαμε, τη μη ταύτιση με τα εξωτερικά πράγματα, τα άτομα κι ακόμα, δημιουργούμε... γεννάμε καλύτερα,  μια προσοχή, μια νέα προσοχή μέσα μας, σε ότι που συμβαίνει μέσα στην ανθρώπινη μηχανή. 


Συνειδητή Προσοχή

   Αυτό είναι μια Συνειδητή Προσοχή.  Είναι μια κατάσταση συγκέντρωσης σ’ αυτό που συμβαίνει στο εσωτερικό μας, μέσα μας. Παίρνοντας αποστάσεις... πολλές φορές έως και πλήρη αδιαφορία γι αυτά που συμβαίνουν έξω από μας.  
Αυτή θα είναι η εκκίνηση μας. Εύκολο δεν φαίνεται ?
   Ας το προσπαθήσουμε τώρα...  Ας κάνουμε χειροπιαστά αυτά που είπαμε μέχρι τώρα.   Βήμα - βήμα θα δούμε ότι είναι λίγο δυσκολότερο απ' ότι το νομίζαμε...   άντε, να μην κρυβόμαστε, είναι  δύσκολο !  Με διαφορετικό βαθμό δυσκολίας για τον καθένα. 
   Όχι ακατόρθωτο όμως.  Βήμα- βήμα θα αρχίσουμε να αντιλαμβανόμαστε την μηχανικότητα  που ζούμε.   

Μηχανικότητα

   Είμαστε μηχανικά όντα και αυτό δεν είναι κακό. Είναι όμως ένα εμπόδιο, ένα απλό εμπόδιο που πρέπει να ξεπεράσουμε.   Τίποτα δεν κάνουμε συνειδητά.  Έχουμε όμως την ψευδαίσθηση, ότι είμαστε συνειδητοί.   

   Το μυαλό μας είναι, σχεδόν πάντα,  απασχολημένο σε κάτι άλλο από την δράση της στιγμής.  Δηλαδή, το πρωί τρώμε βιαστικά το πρωινό μας και συγχρόνως σκεφτόμαστε τα προβλήματα της δουλειάς, τα ραντεβού που έχουμε, τις προτάσεις που έχουμε να κάνουμε, τους λογαριασμούς που έχουμε να πληρώσουμε κλπ.  

   Θα συνεχίσουμε με τον ίδιο τρόπο και στο δρόμο για τη δουλειά.... και όταν είμαστε στη δουλειά, σκεφτόμαστε πως έχουμε να πάμε Σούπερ Μάρκετ, να βγάλουμε τον σκύλο βόλτα, να πάμε με κάποιους φίλους για φαγητό. Κι αν μας ρωτήσει κανείς τι φάγαμε το πρωί, δεν θα μπορέσουμε να του απαντήσουμε, γιατί δεν θυμόμαστε, γιατί όταν τρώγαμε, δεν ήμασταν εκεί... λείπαμε από τη ζωή μας !   
   Η συνείδησή μας δεν ήταν ενεργή. Είμαστε πολύ απασχολημένοι και ξεχάσαμε να την ενεργοποιήσουμε !

Πώς θα παρατηρούσαμε τον εαυτό μας, όταν εμείς απουσιάζαμε από αυτόν; 

   Μία απλή αποτελεσματική μέθοδος, μάλλον παιχνίδι θα το λέγαμε, είναι να χωρίσουμε τον εαυτό μας, στη μέση.  Τώρα θα έχουμε δύο κομμάτια.  Δύο ενδιαφέροντα, γοητευτικά κομμάτια εαυτού έτοιμα να ανταλλάξουν εμπειρίες μεταξύ τους. 

   Σ' αυτή τη πίστα όπως λένε και στα video games φτάνουμε μόνο με ένα όχημα με τη συνείδηση, όλη την ημέρα, σε  ό,τι κάνουμε. Σε ελεύθερη μετάφραση θα το λέγαμε κατάσταση αυτοεπαγρύπνησης. 

Τρώγοντας πρωινό μας η συνείδησή μας θα νιώθει ότι τρώμε, ότι πίνουμε τον χυμό μας. Κι αν το διαβολάκι  (το μυαλό) ο νους μας πάει να πάρει τη συγκέντρωσή μας ταξίδι....  εμείς, δεν θα τον αφήσουμε να μας ξεγελάσει,  όντες συνειδητοί,  θα παραμείνουμε σ’ αυτό που κάνουμε εκείνη τη στιγμή.

   Υιοθετώντας την άσκηση του Παρατηρητή, που είναι η συνείδηση, και του Παρατηρούμενου, που είναι οι δραστηριότητές μας, εξωτερικές και εσωτερικές...


   Δηλαδή όλα όσα κάνουμε:  οι συμπεριφορές μας, οι ψυχολογικές μας καταστάσεις. Θα μπορέσουμε την ώρα που κάνουμε κάτι, να αντιλαμβανόμαστε αυτό που κάνουμε αν είναι σωστό, αν αυτό είναι ένα ελάττωμα και κάθε φορά που θα μας βγαίνει να το παρατηρούμε και σιγά σιγά να το εξαφανίζουμε.

   Όταν είμαστε χωρισμένοι σε Παρατηρητή και Παρατηρούμενο και μας βγει ένα ελάττωμα, τεμπελιά, θυμός, υπερηφάνεια, ο Παρατηρητής-Συνείδηση θα το αντιληφθεί. Το διευκρινίζουμε,  δεν ταυτιζόμαστε με αυτό.  Θα δουλέψουμε πάνω σ’ αυτό και κάθε φορά που θα παρουσιάζεται, θα φροντίζουμε σιγά-σιγά να το εξοβελίζουμε, να το βγάζουμε από το δρόμο μας.  Δεν θα σας λέω ότι είναι εύκολο...  είναι όμως,  σίγουρο ότι μπορείτε να το φτάσετε...  βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από το χέρι σας, δεν είναι ουτοπικό, δεν είναι ακατόρθωτο.

   Η αυτοπαρατήρηση είναι μια διαδικασία, μια αίσθηση που έχει ατροφήσει, γιατί δεν έχει χρησιμοποιηθεί. Και με τον τρόπο που τη βάζουμε σε λειτουργία, αρχίζει να εξελίσσεται. Είναι κάτι σαν να έχουμε κάποιο άκρο του σώματός μας στο γύψο, επειδή δεν δουλεύει για αρκετό καιρό, όταν βγάλουμε τον γύψο, δεν θα λειτουργεί καλά. Θα χρειαστεί ένα χρονικό διάστημα με ασκήσεις, για να λειτουργήσει φυσιολογικά.

   Με τον τρόπο που αυτοπαρατηρούμαστε αναπτύσσεται αυτή η αίσθηση και φαίνεται κάτι συνηθισμένο για μας να αυτοπαρατηρούμαστε. Όταν δεν αυτοπαρατηρούμαστε δεν βλέπουμε την αντίδραση, δεν βλέπουμε τίποτα. Μόνο ταυτιζόμαστε με τα εξωτερικά πράγματα, χάνουμε ενέργεια και ξεφεύγουμε από τον στόχο μας, την αυτογνωσία. 

   Αν μας βρίζουν, μας βγαίνει θυμός, θυμώνουμε. Όταν κάποιος έχει μια ιδέα αντίθετη με τη δική μας θέλουμε να συγκρουσθούμε, αντί να αυτοπαρατηρηθούμε και να σεβαστούμε ότι, ο καθένας μπορεί να σκέφτεται διαφορετικά.

   Το να αυτοπαρατηρείται κανείς, δεν είναι το να γνωρίζει, το να σκέφτεται, γιατί το να γνωρίζει, το να σκέφτεται, είναι κάτι παθητικό. Γνωρίζω ότι κάθομαι στην καρέκλα, αλλά δεν βρίσκομαι σε αυτοπαρατήρηση. Γνωρίζω ότι βρίσκομαι σε κατάσταση θυμού, αλλά δεν βρίσκομαι σε αυτοπαρατήρηση και είμαι ταυτισμένος, αντιδρώ.

   Κάποιος μπορεί να έχει διάφορες ιδέες για τον εαυτό του,  να σκέφτεται πολλά πράγματα για τον κείνον, μπορεί να πιστεύει, να νομίζει, ότι είναι πολύ καλός, ότι είναι πολύ κακός.... 
Αυτό όμως δεν σημαίνει και ότι ασκεί αυτοπαρατήρηση.  Ούτε όταν σκεπτόμαστε σημαίνει ότι αυτοπαρατηρούμαστε.
Εμπόδια

   Η υπερβολική προβολή του εαυτού μας,  η αίσθηση ότι είμαστε πάνω από τους άλλους, ότι είμαστε μοναδικοί, η πίστη ότι όλα γυρίζουν γύρω  μας,  η μεγάλη αυτοπεποίθηση για τις ιδέες μας, η άρνηση της διαφορετικότητας, η δυσκαμψία στην  άλλη (ξένη) άποψη. Η απληστία, ας φοβόμαστε τις λέξεις... ναι, η απληστία να τα θέλω όλα. 

   Μα, αυτή είναι η  μεγαλύτερη ουτοπία. Απλά για να προσθέσουμε κάτι στη ζωή μας, ότι κι αν είναι αυτό πρέπει να θυσιάσουμε κάτι άλλο. Η διεργασία της επιλογής, σαν νοητικός μηχανισμός γι αυτό υπάρχει...   Αυτό το γράφω για να προλάβω το μυαλό σας που θα σας βάλει ένα σωρό δικαιολογίες... γιατί δεν μπορεί να αυτοπαρατηρηθεί.

   Η αυτοπαρατήρηση δεν γίνεται στην απομόνωση, αλλά μέσα στην ζωή, που στην προκειμένη περίπτωση είναι το "σχολείο" μας,  μέσα στην αλληλεπίδραση με τις συνθήκες και τους ανθρώπους. Βλέπουμε τις διάφορες πτυχές του εαυτού μας, έτσι όπως παρουσιάζονται στην πραγματική ζωή και όχι μόνο μέσα στην φαντασία μας. 


   Αν νομίσουμε ότι καταφέραμε κάποια πρόοδο σε έναν τομέα, θα έλθει η ζωή η ίδια για να δώσουμε τις «εξετάσεις» μας και να αποδείξουμε την αλήθεια των ισχυρισμών μας. Νομίζουμε ότι αυξήσαμε την ηρεμία μας; Θα μας συμβούν «τυχαία» περιστατικά, όπου θα κληθούμε να παραμείνουμε ήρεμοι και η αντοχή μας θα δοκιμαστεί. Μετά από αυτές τις εξετάσεις, θα γνωρίζουμε την πραγματική μας πρόοδο, όχι την φανταστική.



   Δεν χρειάζεται νομίζω να προσθέσουμε ότι "η αυτοπαρατήρηση πρέπει να τύχει προτεραιότητας στη ζωή μας για να λειτουργήσει ? 

   Όλη η διαδικασία γίνεται  σταδιακά.  Αρχίζουμε να αυτοπαρατηρούμαστε. 
Προσέχουμε τις λεπτομέρειες, κοιτάμε τον εαυτό μας από ασυνήθιστες «οπτικές γωνίες», παρακολουθούμε τα αισθήματά μας και τις σκέψεις μας ενώ κάνουμε οτιδήποτε άλλο. Βλέπουμε διάφορα επίπεδα μέσα μας. 
Παρατηρούμε π.χ. τις σκέψεις μας, αλλά ταυτόχρονα και τα αισθήματα που ενδεχομένως τις καθοδηγούν. 
   Μπαίνουμε έτσι στο υποσυνείδητό μας. Σιγά σιγά αυξάνουμε τον χρόνο αυτής της ενδοσκόπησης, ώστε κάποτε να γεμίσουμε ολόκληρη την ημέρα μας με αυτήν. Είναι ένα είδος συνεχόμενης αυτοσυγκέντρωσης.
   Αν υπάρχουν σχέδια ότι θα την στριμώξουμε ανάμεσα στις υπόλοιπες επιδιώξεις μας... στις υπόλοιπες σκέψεις μας,  απλά  κάνουμε λάθος. Το καλύτερο για μας θα είναι να την ξεχάσουμε.  Άλλωστε η ζωή μας θα συνεχιστεί και χωρίς την αυτοπαρατήρηση, απλά με αυτήν θα γίνει ποιοτικότερη. Με αίσθημα πληρότητας και εσωτερικής ειρήνης.

   Όταν δημιουργούμε σκέψεις...  είναι απόδειξη ότι κάνουμε μηχανικά αυτοπαρατήρηση.   
Στο περιβάλλον της σκέψης φτιάχνουμε ένα τοπίο, μια σκηνή θεάτρου, δεν είμαστε "σε ανάμνηση του εαυτού μας", δεν είμαστε συνειδητοί. 


Ποιός είναι ο Αντικειμενικός Παρατηρητής

   Για να μπορέσει να λειτουργήσει αυτή αυτοπαρατήρηση,  πρέπει να αναπτύξουμε, να κατασκευάσουμε (;),  μέσα μας έναν αντικειμενικό παρατηρητή. 

Πολλοί ακούγοντας κάτι τέτοιο, θα νομίσουν ότι εννοούμε «ένας αντικειμενικός κριτής». Μια φωνή μέσα μας που θα λέει: «αυτό είναι σωστό… αυτό είναι λάθος». 

   Δεν πρόκειται όμως για κάτι τέτοιο σε πρώτη φάση. Ο αντικειμενικός παρατηρητής είναι η αυτοσυνειδητή προσοχή μας. Είναι το να παρακολουθούμε το τι γίνεται μέσα μας, με τον ίδιο τρόπο που αντιλαμβανόμαστε αυτό που γίνεται στο περιβάλλον μας. 

   Δεν φανταζόμαστε τον εαυτό μας κάπου μακριά να μας κοιτάζει (αν και κάτι τέτοιο ίσως να βοηθήσει τελικά), αλλά αναπαράγουμε μέσα μας την αίσθηση της «απόστασης» από την παρατηρούμενη λειτουργία. 
Μικρό παράδειγμα:

   Ας βάλουμε το χέρι μας μπροστά μας και ας το κοιτάξουμε με πολύ προσοχή. Αυτό είναι σε κάποια απόσταση από μας. Δεν πρόκειται για κάποιο παιχνίδι της σκέψης, αλλά για μια πραγματική αίσθηση. Το χέρι μας είναι μισό μέτρο από τα μάτια μας, από το σημείο που αισθανόμαστε ότι «βρισκόμαστε» εμείς, η αίσθηση του «εγώ υπάρχω» και μπορεί προς στιγμήν να το νοιώσουμε σαν ξένο.   Αυτό είναι το κλειδί. 


   Το χέρι μας λοιπόν σε αυτή την άσκηση είναι κάτι δικό μας που το παρακολουθούμε «από έξω», αντικειμενικά. Μπορούμε να κάνουμε το ίδιο και με τις σκέψεις μας. Ας σκεφτούμε κάτι, έστω αριθμούς από το ένα έως το δέκα, παρατηρώντας τους από κάποια «άλλη θέση», παρόμοια με αυτό που κάναμε με το χέρι μας. 


   Φυσικά κάτι ανάλογο γίνεται και με τα αισθήματα, με τις αναμνήσεις μας, με τις σωματικές μας ανάγκες, με τα πάντα. Είναι ασφαλώς ζήτημα εξάσκησης και συνειδητών προσπαθειών, έως ότου κατορθώσουμε να αναπαράγουμε κατά βούληση την αίσθηση της απόστασης από την παρατηρούμενη εσωτερική λειτουργία, προκειμένου να την διακρίνουμε καλύτερα χωρίς να επηρεαζόμαστε από αυτήν. 

   Η αίσθηση αυτή μας βοηθάει να αποταυτιζόμαστε από τον εαυτό μας και το περιβάλλον μας και να έχουμε περισσότερη αυτοκυριαρχία και ελευθερία. Παρατηρώντας έτσι τον εαυτό μας η ενδοσκόπησή μας αποκτάει αντικειμενικότητα και περισσότερη ακρίβεια.


   Όταν αρχίζουμε να καταλαβαίνουμε σιγά-σιγά τα παιχνίδια του μυαλού,  όταν η αυτοπαρατήρηση είναι καθαρή,  αληθινή,  αντιλαμβανόμαστε, ότι έχουμε μια συνειδητή κατάσταση.

   Δηλαδή επιτέλους έχουμε ότι έχουμε συνδεθεί με την πηγή. Μια πηγή δική μας, μία πηγή δεδομένων, μια πηγή σημαντικών πληροφοριών που μας δίδονται, και παράλληλα έχουμε την πεποίθηση, πως, αυτό που λαμβάνουμε είναι αυθεντικό.  Είναι μια καινούργια κατάσταση προσοχής. Είναι η συνειδητή προσοχή, που θα μας ενώσει με μας !

   Η αυτοπαρατήρηση είναι θεραπεία… μια φυσική έκβαση της αποκόλλησης που δημιουργείται μεταξύ παρατηρητή και παρατηρούμενου.

   Η αυτοπαρατήρηση επιτρέπει σε έναν άνθρωπο να δει όλα αυτά που τον κρατούν κολλημένο στον κυλιόμενο διάδρομο του κόσμου: ξεπερασμένες σκέψεις, αισθήματα ενοχής, προκαταλήψεις, αρνητικά συναισθήματα, καταστροφικές προφητείες… Είναι μια πράξη αποκόλλησης, αντι-υπνωτισμού, αφύπνισης…

   Η παραμικρή διακοπή της "υπνωτικής δράσης του κόσμου", θα κομμάτιαζε όλα εκείνα στα οποία πίστεψε, θα χάνονταν οι φαινομενικές ισορροπίες και οι απατηλές βεβαιότητες που συσσωρεύονται στη διάρκεια μιας ζωής.   Η αποκόλληση από την περιγραφή του κόσμου, έστω και για μια στιγμή… είναι ένα κατόρθωμα πέρα από τα όρια της καθημερινότητας.

   Η αυτοπαρατήρηση είναι  ο θάνατος της πληθώρας των αρνητικών σκέψεων και συναισθημάτων που ανέκαθεν κυριαρχούν στη ζωή σου.
   Εάν παρατηρήσεις τον εαυτό σου, το σωστό θα αρχίσει να πραγματοποιείται ενώ ό,τι δεν είναι σωστό θα αρχίσει να διαλύεται.
________________________________________  Cathy R. M.

Για να κάνουμε αυτή η μικρή εισαγωγή στην αυτοπαρατήρηση μας βοήθησαν:

βιβλιογραφία:

ο Daniel Goleman με την "Συναισθηματική νοημοσύνη"  εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα
ο Ιωάννης Γ. Τσάτσαρης με το "Αισθησιογονίες, η Αποκάλυψη" εκδόσεις epistos
το βιβλίο “Η Σχολή των Θεών” – Εκδόσεις Ελφίλ

τα blogs: 

 http://Self Knowledge",  
http://www.innerwork.gr/


Scholeio.com