Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα HISTORICAL DOC/FILM. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα HISTORICAL DOC/FILM. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Ελληνική Αρχαιότητα η Μεγάλη Άγνωστη, η αλήθεια πίσω από το θρύλο



Ακόμη και σήμερα οι Ιρλανδοί υπερηφανεύονται για την Ελληνική τους καταγωγή, όπου το κυρίαρχο πολεμικό τραγούδι του Ιρλανδικού Επαναστατικού Στρατού [Ι.Ρ.Α], έχει τον τίτλο «Ένα έθνος ενωμένο, ακόμη μια φορά», ανάμεσα στους στίχους του, υμνεί τους 300 του Λεωνίδα που εθυσιάσθηκαν για την Ελευθερία και καλεί τους Ιρλανδούς να θυμηθούν τους προγόνους τους και να τους μιμηθούν. Πλήθος οι Ιρλανδικοί μύθοι που αναφέρονται στα ελληνικά φύλα που την αποίκισαν.

Σήμερα επίσης υπάρχει στην Ιρλανδία πόλη με το όνομα Salonica, δηλαδή Θεσσαλονίκη, στην πλατεία της οποίας υπάρχει και άγαλμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, και στην Βρετανία, οι μύθοι και οι παραδόσεις είναι πάρα πολλές.

- Ο Ιούλιος Καίσαρ στο βιβλίο του «Περί του Γαλατικού Πολέμου», ένα βιβλίο με την μορφή των απομνημονευμάτων μας δίδει τις ακόλουθες πληροφορίες:

Οι θρησκευτικές τελετές των Κελτών και των Γαλατών ήσαν ίδιες με τις Ελληνικές, ενώ στην γλώσσα όπου έψελναν οι Δρυΐδες ήτο επίσης η Ελληνική. Αλλά και οι αξιωματικοί του συνενοούντο με τους ιερείς των Κελτών, τους Δρυΐδες, ομιλούντες την Ελληνική.
Όπως και οι θεοί τους είχαν ίδιες ή παραφθαρμένες ονομασίες ελληνικές, όπως Diis Pater – Δευς [Ζευς] Πατέρας.

Η ελληνική μυθολογία μας αναφέρει ότι όταν ο Ηρακλής εξεστράτευσε στην Δύση, ερωτεύθηκε την Γαλάτεια, μια νύμφη όπου μαζί της απέκτησε δυο υιούς τον Κέλτη και τον Γαλάτη. Όπου από αυτά τα δυο παιδιά του προήλθαν οι Κέλτες και οι Γαλάτες. Πρώτα στην Ιρλανδία και μετά την Βρεττανία.

Στην Ιρλανδία οι κέλτικες παραδόσεις και οι ελληνικότητες δεν εχάθησαν ποτέ. Όπου αυτό φαίνεται και από την Κέλτικη μυθολογία, και πρώτοι ήσαν οι Δαναοί και μετά οι Μιλήσιοι.

* Αναφέρει : «Μετά την δεύτερη μάχη του Μάγκ Τουρέδ [ετυμολογία αγγλικών λέξεων], οι Δαναοί [οι Δαναοί αναφέρονται στα Ομηρικά Έπη, όπου είναι η άλλη ονομασία των Αχαιών Ελλήνων] εκυβέρνησαν την Ιρλανδία μέχρι τον ερχομό των Μιλησίων, υιών του Μιλήτου [Η Μίλητος ήτο αποικία των Αθηναίων]».

Ο Ιρλανδικός μύθος αναφέρει ότι η φυλή αυτή κατήγετο από θείους προγόνους.

Συνεχίζει: Ήτο Πέμπτη, Πρωτομαγιά και 17η ημέρα της Σελήνης [σεληνιακό ημερολόγιο], όταν οι Μιλήσιοι έφθασαν στην Ιρλανδία. Πρωτομαγιά αποβιβάσθηκαν και ο Παρθάλων στα νησιά.

Ο Ιρλανδικός μύθος αναφέρει ότι ο Βασιλέας Παρθάλων, ήρθε στην Ιρλανδία τρεις αιώνες περίπου μετά τον μεγάλο κατακλυσμό. Λέγεται ότι ξεκίνησε από την Μακεδονία ή Μέση Ελλάδα συνοδευόμενος από μια μικρή ομάδα ανθρώπων. Ανάμεσά τους ήσαν 3 Δρυΐδες από την Δωδώνη, που ονομάζοντο Φίος, Αίολος και Φομόρης.

Ένα αρχαίο Ιρλανδέζικο ποίημα του Αμέργινου λέγει :

«Επικαλούμαι την γη της Ιρλανδίας.
Γαλήνια είναι η γόνιμη θάλασσα
γόνιμα είναι τα βουνά με καρποφόρα δένδρα,
γεμάτα με καρποφόρα δένδρα είναι τα δροσερά δάση,
δροσερά είναι τα νερά των καταρρακτών,
από καταρράκτες σχηματίζονται οι βαθιές λομνούλες,
βαθιές λιμνούλες είναι οι πηγές των πλαγιών.

Μια πηγή φυλών είναι η μεγάλη συνέλευσις,
η συνέλευσις των βασιλιάδων της Τάρας.
Η Τάρα είναι η ακρόπολις των φυλών,
των φυλών των απογόνων του Μίλητου,
του Μίλητου με τα πολλά καράβια και τις λέμβους.

Μια μεγαλειώδης λέμβος είναι η Ιρλανδία,
η μεγαλειώδης Ιρλανδία, η πολυτραγουδισμένη.

Να μια επίκλησις μεγάλης τέχνης
Επικαλούμαι την γη της Ιρλανδίας».

* Υπάρχει ακόμη πλήθος Ιρλανδικών μύθων που αναφέρονται στα ελληνικά φύλα που την αποίκισαν. 




















Η μυθική Υπερβόρεια

Οι μύθοι με τους οποίους ανατράφηκαν αμέτρητες γενεές αρχαίων Ελλήνων: Η «Γη της Επαγγελίας» για τον ελληνικό πολιτισμό βρισκόταν κάπου στον μακρινό Βορρά, πέρα από τις περιοχές από τις οποίες, σύμφωνα με τον...


Ηρόδοτο, τους έρχονταν οι ψυχροί άνεμοι τον χειμώνα και ήταν ένας τόπος όπου οι άνθρωποι ζούσαν σε πλήρη αρμονία μεταξύ τους και με τη φύση, απρόσβλητοι από το γήρας ή τις ασθένειες. Επρόκειτο για τη χώρα όπου ο Απόλλωνας περνούσε τους ψυχρούς χειμερινούς μήνες, απολαμβάνοντας τη λατρεία των σοφών κατοίκων της. Ελάχιστοι ήταν εκείνοι που είχαν την τιμή να επισκεφτούν την Υπερβόρεια, ανάμεσα στους οποίους βρίσκουμε τα ονόματα του Περσέα (καθοδηγούμενος από την Αθηνά) και του Ηρακλή (εκεί βρίσκονταν τα Μήλα των Εσπερίδων).

Σε διάφορες προφορικές παραδόσεις βρίσκουμε την αναφορά των Δηλίων ότι οι Υπερβόρειοι έστελναν κατά το παρελθόν τους πρώτους τους καρπούς στο ιερό νησί του Απόλλωνα, με τη συνοδεία πομπής δύο νεαρών παρθένων, της Υπέροχης και της Λαοδίκης, και πέντε ανδρών. Μάλιστα, την εποχή, λοιπόν, που ο Ηρόδοτος συνέγραφε τα πολύτιμα ιστορικά και λαογραφικά του κείμενα, οι προσφορές των Υπερβορείων εξακολουθούσαν να μεταφέρονται από τους Σκύθες έως τη Δωδώνη και από εκεί κατέληγαν στη Δήλο, με ενδιάμεσους σταθμούς την Εύβοια, την Άνδρο και την Τήνο.
 
Στις ωδές του Πινδάρου και συγκεκριμένα από τα Ίσθμια (ωδή 6), βρίσκουμε μία άλλη σημαντική πληροφορία για τη χώρα των Υπερβορείων προσδιορίζοντας τη θέση της να βρίσκεται στο τέλος του Γνωστού Κόσμου. 

Ιδιάν τινά Διάλεκτον 

Ο Διόδωρος ο Σικελός (2.47.5) αναφέρει ότι «έχειν δε τους Υπερβορείους ιδίαν τινά διάλεκτον» (έχουν κάποια δική τους διάλεκτο). Στη συνέχεια του κειμένου, ο ίδιος συγγραφέας παραθέτει ότι «προς τους Έλληνας οικειότατα διαχέεσθαι, καί μάλιστα προς τους Αθηναίους καί τους Δηλίους, εκ παλαιών χρόνων» (αισθάνονται από παλαιότερες εποχές πολύ οικείους τους Έλληνες, ιδίως τους Αθηναίους και τους Δηλίους), για να καταλήξει στη συνέχεια ότι αφιερώνουν (στον Απόλλωνα;) «αναθήματα πολυτελή, γράμμασιν Έλληνικοίς έπιγεγραμμένα».

Ύστερα από τα παραπάνω, είναι δυνατόν να διατυπωθεί με ασφάλεια η υπόθεση ότι οι σοφοί, αλλά και ικανότατοι μάγοι, Υπερβόρειοι είναι ένα γένος, εάν όχι αμιγώς ελληνικό, σίγουρα συγγενικό προς την Ελλάδα και τους Έλληνες που έκαναν χρήση του ελληνικού αλφαβήτου στα ιερά τους αναθήματα.

Ενδεικτικός ως προς τα παραπάνω είναι ο διάλογος Φιλοψευδής ή Απιστιών του «παραμυθά» Λουκιανού (έργο από το οποίο ο Ντίσνεϋ εντέχνως «δανείστηκε» και την υπόθεση της περίφημης Φαντασίας του) σχετικά με έναν Υπερβόρειο, ο οποίος είχε επισκεφθεί την Ελλάδα πετώντας και άφησε τους πάντες άφωνους πραγματοποιώντας διάφορα «θαύματα».  Στο κείμενο αναφέρεται ότι περπατούσε στο νερό ή στον αέρα, περνούσε μέσα από τη φωτιά χωρίς να καίγεται, καλούσε δαίμονες και νεκρούς, είχε δημιουργήσει έναν αγγελιοφόρο από πηλό κ.λπ.

Η ιστορία του Λουκιανού εικάζεται ότι είχε ως αφετηρία ένα μάλλον πραγματικό -καθώς μνημονεύεται από πληθώρα αρχαίων συγγραφέων- περιστατικό, που δεν είναι άλλο από την επίσκεψη στην Ελλάδα του θρυλικού Υπερβορείου, Άβαρη (Άβαρις).

Ο Αβάρις ήταν ένας ιερέας του Απόλλωνα, για τον οποίο ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι είχε κάνει τον γύρο του κόσμου πετώντας με το βέλος του Απόλλωνα και χωρίς να τρώει (4.36) ενώ, σύμφωνα με τη βιογραφία του Πυθαγόρα από τον Ιάμβλιχο, ήταν δάσκαλος του μεγάλου Έλληνα σοφού, με τον οποίο και εμφανίστηκε στην αυλή του τυράννου της Σικελίας, και είχε «καθαρίσει» τη Σπάρτη και την Κνωσσό από επιδημίες. Τέλος, σύμφωνα με τον Παυσανία (9.10), σε αυτόν ήταν αφιερωμένος ένας ναός στην Σπάρτη.

Εάν δεχτούμε ως αληθείς τους ισχυρισμούς του Ιαμβλίχου, του Ηροδότου και του Πινδάρου, οι Υπερβόρειοι, εκτός από ευσεβείς και σεμνοί, θα πρέπει να ήταν ιδιαίτερα εξελιγμένοι και εγκεφαλικά/πνευματικά, σε σημείο ώστε να έχουν υπερβεί την ύλη - αυτό, τουλάχιστον, καταδεικνύουν οι μαρτυρίες ότι ήταν απρόσβλητοι από το γήρας και τις ασθένειες, ότι είχαν σε υψηλή εκτίμηση τις τέχνες και ότι ζούσαν σε απόλυτη κοινωνική αρμονία.

 
Πού βρισκόταν η Υπερβόρεια;

Οι μάλλον ασαφείς και συχνά αντιφατικές πληροφορίες της αρχαίας ελληνικής βιβλιογραφίας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η άγνωστη χώρα θα μπορούσε να βρίσκεται οπουδήποτε στον μακρινό Βορρά, στα «πέρατα της Γης» για τον ελληνικό προκλασικό κόσμο. Ωστόσο, μια πιο προσεκτική ανάλυση του ζητήματος των Υπερβορείων θα μας αποκάλυπτε ότι οι αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς δεν αποτελούν τη μοναδική διαθέσιμη πηγή πληροφόρησης αναφορικά με τον εξελιγμένο αυτόν πολιτισμό.

 
Ο Πλίνιος ο πρεσβύτερος ο Ρωμαίος συγγραφέας, το 77 π.Χ., συνέγραψε ένα εντυπωσιακό πολύτομο έργο, την περίφημη Naturalis Historia (Φυσική Ιστορία), χρησιμοποιώντας, όπως ο ίδιος αναφέρει στον πρόλογο του έργου, ως πηγές περίπου 20.000 πληροφορίες και ιστορικά γεγονότα, από 2.000 βιβλία 100 επίλεκτων συγγραφέων! Δεδομένου ότι η συντριπτική πλειοψηφία των πηγών του Ρωμαίου «σοφού» προέρχεται από Έλληνες συγγραφείς, δεν είναι δύσκολο να συμπεράνουμε ότι σκοπός του φιλόδοξου αυτού εγχειρήματος ήταν η συγκέντρωση σε ένα ενιαίο έργο ολόκληρου του σώματος της γνώσης του αρχαίου ελληνικού κόσμου. Στις συγκεκριμένες ενότητες βρίσκουμε και τα ακόλουθα (4.26):

«Πέρα από τον Aquilon, (Βόρειο Άνεμο) μπορεί κανείς να βρει έναν ευλογημένο λαό, τα μέλη του οποίου αποκαλούνται, σύμφωνα με την παράδοση, Υπερβόρειοι. Οι άνθρωποι αυτοί φτάνουν σε απίστευτη ηλικία. Πολλά θαυμαστά αναφέρονται για αυτό το έθνος. ... 
Η χώρα είναι λουσμένη στο φως του Ηλίου και απολαμβάνει ευχάριστη θερμοκρασία. Η δυσαρμονία εκεί είναι άγνωστη και το ίδιο συμβαίνει με την ασθένεια. Οι άνθρωποι εκεί δεν πεθαίνουν, παρά μόνο από την 'κόπωση' της ζωής. Μετά από ένα εορταστικό δείπνο, όποιος επιθυμεί να πεθάνει, χορτασμένος από τις χαρές της ζωής σε μεγάλη ηλικία, πηδάει στη θάλασσα από έναν απόκρυμνο βράχο. Έτσι είναι γι' αυτούς ο πιο ευτυχισμένος τρόπος να ζει κανείς. Κανένας δεν μπορεί να αμφισβητήσει την ύπαρξη αυτής της χώρας, η οποία περιγράφεται από πολλές αυθεντίες».

Εδώ, ωστόσο, υπάρχει μια αξιοσημείωτη λεπτομέρεια: Η πληροφορία ότι η επικράτεια των Υπερβορείων περιλαμβάνει τα «όρια της πορείας των άστρων» έρχεται να προστεθεί στο «σχόλιο» του Πινδάρου ότι είναι αδύνατο να επισκεφθεί κανείς τη μυστηριώδη χώρα από στεριάς ή θαλάσσης κ.α., θίγοντας και το ενδεχόμενο η μυθική Υπερβόρεια να μη βρίσκεται καν στον πλανήτη μας.

Επιστρέφοντας τώρα στο απόσπασμα του Πλινίου, όσο κι αν ψάξει κανείς στην αρχαία βιβλιογραφία, πολύ δύσκολα θα βρει μία πληρέστερη περιγραφή σχετικά με την αινιγματική χώρα και τους κατοίκους της. Σύμφωνα με την επίσημη βιβλιογραφία, το όνομα Aquilon αναφέρεται στον Βόρειο Άνεμο, ακολουθώντας την ελληνική παράδοση.
 

  Όταν ο Αινείας μετά την άλωση της Τροίας, διέφυγε στην Ιταλία. Ο εγγονός του ο Βρούτος, σε ηλικία 15 ετών, αναγκάσθηκε να εγκαταλείψει την χώρα στην οποία είχε γεννηθεί, και ηγούμενος με 3.000 νεαρούς Τρώες, ξεκίνησε να βρεί την τύχη του. 
 
Στην εκστρατεία του αυτή τον ακολούθησαν και οι Έλληνες της κρητικής αποικίας της Καλαβρίας [περιοχή της νοτίου Ιταλίας], με ηγέτη τον Τεύκρο.
 
Μετά από πολλές περιπέτειες αποφάσισε να αποικήσει την μεγάλη Λευκή νήσο της Βορείου θαλάσσης, όπως ονομάζετο τότε η Βρεττανία.
Έφθασαν εκεί αφού εξερχόμενοι από τις Ηράκλειες στήλες ταξίδεψαν δυτικά, συναντώντες 4 τρωϊκές αποικίες τις οποίες κυβερνούσε ο Τράνιος.
Έφθασαν στην Λευκή Νήσο, όπου και την ονόμασαν Βρουτανία, από το όνομα του Βρούτου, όπου ίδρυσαν μια πόλη και την ονόμασαν Νέα Τροία, η οποία είναι το σημερινό Λονδίνο.

Συμφώνως με όσα αναφέρει ο Όμηρος στην «Ιλιάδα», οι Τρώες μαζί με τους Κρήτες θεωρούνται οι αποικιστές της Βρεττανίας [παραφθορά του Βρουτανία ;], αλλά και οι ιδρυτές του πρώτου πολιτισμού στην Λευκή Νήσο. 
[Μυθιστορία, κεφάλαιο 5ο – Οι Κέλτες έχουν ελληνική καταγωγή, σελίδες 51-58, Στέφανος Μυτιλιανίος, εκδόσεις Νέα Θέσις 2000] 
* πηγή: Απόσπασμα από το βιβλίο του συγγραφέως Ομήρου Ερμείδη με τον τίτλο «Έλληνες ή Ελληνίζοντες χριστιανοί»

Στη σωζώμενη αρχαιοελληνική βιβλιογραφία συναντάει κανείς πλήθος αναφορών στη θρυλική χώρα -την μυθική Υπερβόρεια-, ο «απόηχος» των οποίων είναι αισθητός και στους συγγραφείς των πρώτων μεταχριστιανικών αιώνων, χωρίς όμως ποτέ οι αναφορές αυτές να γίνονται συγκεκριμένες, ενώ δεν λείπουν και οι αντιφάσεις (κυρίως όσον αφορά στην ακριβή της τοποθεσία).

Το γεγονός αυτό ώθησε τους περισσότερους μεταγενέστερους αναλυτές στην εκτίμηση ότι επρόκειτο περισσότερο για μια ουτοπική, ιδανική κοινωνία, ένα κοινωνικό «παράδειγμα προς μίμηση» για τους Έλληνες, παρά για έναν υπαρκτό τόπο, τον οποίο θα μπορούσε κάποιος να ανακαλύψει και να επισκεφτεί.


ΟΙ ΚΕΛΤΕΣ

Σε ολόκληρη τη διάρκεια της 2ης χιλιετίας π.Χ., οι πρόγονοι αυτών που σήμερα αποκαλούμε Κέλτες ήταν, σύμφωνα με την επίσημη τουλάχιστον εκδοχή, ένα από τα φύλα που κυριαρχούσαν στη μεγαλύτερη έκταση της κεντρικής και δυτικής Ευρώπης.  
Ωστόσο, από τον 12ο αιώνα π.Χ. άρχισαν να συρρέουν στη συγκεκριμένη περιοχή, την οποία οι παραδόσεις τους ονόμαζαν γενέτειρά τους. 

Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε εάν ήταν οι ίδιοι οι αρχαίοι Κέλτες ή, έστω, οι μακρινοί τους πρόγονοι που δημιούργησαν τις μεγαλιθικές κατασκευές (καμία ένδειξη δεν καταδεικνύει κάτι τέτοιο), ωστόσο το γεγονός ότι ο συγκεκριμένος λαός διασώζει κάποιες προφορικές παραδόσεις που αναφέρονται στην κατασκευή τους, επιτρέπει να εικάσουμε με σχετική βεβαιότηχα ότι σε κάποιο σημείο της ιστορικής τους διαδρομής ήρθαν σε επαφή με εκείνους - όποιοι κι αν ήταν αυτοί- που τα δημιούργησαν.

Από τον 8ο π.Χ. αιώνα, άρχισε από τους κατοίκους της Βρετάνης ο εποικισμός των πλούσιων σε πρώτες ύλες νησιών, που ακόμα και σήμερα αποκαλούμε Μεγάλη Βρετανία. Από ευρήματα στη Νότια Αγγλία (διακοσμητικά μοτίβα σε χειροτεχνήματα), οι ιστορικοί συμπεραίνουν ότι αρχικά αποβιβάστηκαν στη Νότια Αγγλία (περιοχή του Κεντ), από όπου σταδιακά μεταφέρθηκαν δυτικά, προς την πλούσια σε κοιτάσματα κασσίτερου περιοχή της Κορνουάλης.

Πολύ σύντομα, βρίσκουμε την επίδραση των Κελτών να έχει επεκταθεί και στις υπόλοιπες περιοχές των βρετανικών νήσων, όπως η Ιρλανδία, η Ουαλία και η Σκοτία - χωρίς οι ιστορικοί να αποκλείουν το ενδεχόμενο ο εποικισμός των υπολοίπων περιοχών να έγινε από άλλα, ανεξάρτητα μεταναστευτικά ρεύματα κατά τον 7ο αι. π.Χ. από τη Βρετάνη.


Ο εποικισμός αυτός των δυσπρόσιτων περιοχών των βρετανικών νήσων υπήρξε καθοριστικής σημασίας για την επιβίωση και την ιστορική συνέχεια του συγκεκριμένου έθνους καθώς -σε αντίθεση με τους προχριστιανικούς Κέλτες της Βρετάνης που δέχθηκαν στη συνέχεια πλήθος πληθυσμιακών και πολιτισμικών-γλωσσικών επιδράσεων από άλλες εθνότητες (Νορμανδοί, Ρωμαίοι και διάφορα γερμανικά φύλα)- οι Κέλτες των απόμακρων περιοχών της Μεγάλης Βρετανίας απόλαυσαν για πολλούς ακόμα αιώνες, ακόμα και μετά τις εισβολές των Ρωμαίων και των Αγγλοσαξώνων, ως τη σύγχρονη εποχή, την πολιτισμική ασφάλεια που τους προσέφερε η γεωγραφική απομόνωση.

Σύμφωνα με τον ιστορικό Leigh T. Denault, οι επιδράσεις της ύπαρξης και της ιστορικής συνέχειας του κελτικού πολιτισμού στις συγκεκριμένες περιοχές μπορούν να ανιχνευθούν με βεβαιότητα για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 25 αιώνων. Στις περιοχές αυτές, οι ζωντανοί φορείς της πολιτισμικής κληρονομιάς, όπως π.χ. η γλώσσα και οι μυθολογικές παραδόσεις, διασφαλίζονται από «εξωγενείς επιδράσεις», επιτρέποντας τη μελέτη σε μεγαλύτερο βάθος, αλλά και την ανεύρεση εντυπωσιακών ομοιοτήτων με τον ελληνικό πολιτισμό.


Παρόλα αυτά, την ίδια περίπου εποχή που ο Πλίνιος συνέγραφε τα παραπάνω λόγια, Ρωμαίοι στρατιώτες αποκαλούσαν Aquilonia (1ος αι. π.Χ) μία μικρή πόλη στη Βρετάνη, τη βορειοδυτική «γωνία» της σημερινής Γαλλίας, δέκα περίπου χιλιόμετρα από τις εκβολές του ποταμού Odet στον Ατλαντικό.
 
Η κελτική γλώσσα 

Το 1892 κυκλοφόρησε στην Αγγλία μία εξαιρετικής σπουδαιότητας μελέτη, από αυτές που πολύ σπάνια βλέπουν το φως της δημοσιότητας, πάνω στις κέλτικες διαλέκτους. Η μελέτη έφερε τον τίτλο The Kelt or Gael* και είχε γραφτεί από τον ερασιτέχνη γλωσσολόγο Τ. De Courcy Atkins, νομικό, πτυχιούχο του πανεπιστημίου του Λονδίνου. 

Η πρωτοποριακή αυτή μελέτη κατέληγε στη διαπίστωση ότι η επαφή των δύο πολιτισμών είχε γίνει απευθείας, χωρίς δηλαδή, όπως πιστευόταν, την πολιτισμική διαμεσολάβηση των Ρωμαίων.
Σε υποστήριξη των απόψεων του, παρέθετε πλήθος ελληνικών λέξεων, που χρησιμοποιούνταν σχεδόν αυτούσιες στις διάφορες τοπικές διαλέκτους των Κελτών της Μεγάλης Βρετανίας, οι οποίες ωστόσο δεν απαντούνταν στα Αγγλικά ή τα Λατινικά. Από όλες τις κελτικές διαλέκτους, η πλησιέστερη στην Ελληνική ήταν η, Ουαλική διάλεκτος (σύμφωνα με μία εκδοχή, το μυθικό Άβαλον βρισκόταν στην Ουαλία και συγκεκριμένα στο νησί Anglesey). 


Ο συγγραφέας παραθέτει μάλιστα έναν εκτενή αλφαβητικό κατάλογο με λέξεις στα Ελληνικά, τα Αγγλικά και τα Ουαλικά (π.χ. το «αγγείον» ονομάζεται «vessel» στα αγγλικά, ωστόσο στην ουαλικη διάλεκτο αποκαλείται «angeian»!).
Αν και όλα τα συμπεράσματα του Atkins δεν είναι βάσιμα, ωστόσο το βιβλίο του παραμένει εξαιρετικά αξιόλογο, απλά και μόνο γιατί αποτελεί άριστη πηγή πληροφοριών για την σχέση της αρχαίας ελληνικής γλωσσάς και των αρχαίων κελτικών διαλέκτων.

Ο αποκαλυπτικός ερευνητής τονίζει μάλιστα στον επίλογο του έργου του την ανάγκη να γίνουν περαιτέρω συγκριτικές γλωσσολογικές μελέτες ανάμεσα στην ελληνική γλώσσα και τις διαλέκτους αυτές. 


Αν συνδυάσουμε τις αρχαίες αναφορές για τους Υπερβόρειους, τις Σκοτικές παραδόσεις για αρχαιοελληνική καταγωγή των Σκοτσέζων, αλλά και τους κελτικούς μύθους περί καταγωγής των προγόνων του μυθικού βασιλιά Αρθούρου από τους αρχαίους Τρώες, καταλήγουμε ότι όντως η σχέση Ελλήνων και Κελτών είναι πολύ πιο σημαντική απ' ό,τι πιστεύεται επίσημα. 

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Τρωικός Πόλεμος ήταν ουσιαστικά μία εμφύλια σύρραξή, καθώς Αχαιοί και Τρώες μοιράζονταν την ίδια γλώσσα, θεούς, παραδόσεις κ.α. Η πληροφορία για την ελληνική καταγωγή του Αρθούρου απαντάται στο ουαλικό ποίημα του του 15ου αιώνα Wedding of Sir Gawain and Dame Ragnelle.
Δυστυχώς, από όσο είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε, η «πολυπόθητη» συγκριτική μελέτη των κελτικών διαλέκτων με την ελληνική γλώσσα, η οποία είναι βέβαιο ότι θα έδινε πλήθος αποκαλυπτικών πληροφοριών, όπως π.χ. σε ποια ακριβώς χρονική περίοδο έγινε η πρώτη επαφή των δύο πολιτισμών, δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ.


Το παζλ της άγνωστης Ελληνικής Αρχαιότητας


Είναι αλήθεια ότι αυτά που αγνοούμε υπερβαίνουν κατά πολύ αυτά που γνωρίζουμε (ή νομίζουμε ότι γνωρίζουμε) στο τεράστιο κεφάλαιο που ονομάζεται Απώτερη Ελληνική, Αρχαιότητα. Και πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι μια λεπτομερής εξέταση του ζητήματος θα μας αποκάλυπτε και άλλα σημαντικά ευρήματα, τη σπουδαιότητα των οποίων ενδέχεται αυτή τη στιγμή να μη διανοούμαστε.
Ενδεικτικά μόνο, αξίζει να αναφέρουμε ότι σε ιστοσελίδες ερευνητών από την Αγγλία γίνεται λόγος για την ανακάλυψη αγαλμάτων και απεικονίσεων του Απόλλωνα και άλλων ελληνικών θεοτήτων στη Μεγάλη Βρετανία -πληροφορίες που όμως δεν στάθηκε δυνατό να επιβεβαιωθούν- ενώ στον καθεδρικό ναό του Quimper της Βρετάνης (αρχαία Aquilonia) φυλάσσεται αγαλμάτιο της περίφημης Μαύρης Παρθένου, μιας μορφής που πιθανόν να συνδέεται με την παλαιότερη λατρεία στην περιοχή, της θεάς Κυβέλης (βλ. ΤΜ, τ. 134).
 
Η σύνδεση των Ελλήνων με τους Κέλτες είναι κατά πολύ βαθύτερη από ό,τι πιστεύουμε. Μια επίσκεψη στη Βρετάνη της Γαλλίας αποκαλύπτει ότι οι Κέλτες της Γαλλίας χορεύουν πιασμένοι από τα χέρια χορούς κυκλικούς, σχεδόν πανομοιότυπους με τους ελληνικούς, με συγκεκριμένους βηματισμούς και σε μουσικές φόρμες που είναι πολύ γνώριμες στο αυτί των Ελλήνων, ενώ οι παραδοσιακές τους ενδυμασίες θυμίζουν έντονα αυτές της Μακεδονίας. 

Τέτοιου είδους «ομοιότητες» δεν έχουν φυσικά περάσει απαρατήρητες από τους ίδιους τους σύγχρονους Κέλτες, κύκλοι των οποίων όμως, επιδίδονται εδώ και χρόνια σε μια ιδιόμορφη «προπαγάνδα», κάνοντας λόγο για μια άγνωστη ενιαία ιστορία στο πολύ μακρινό παρελθόν, που έλκει την καταγωγή της από χαμένες ηπείρους...
Με αυτόν τον τρόπο άλλωστε εξηγούν και την ύπαρξη ελληνικών λέξεων στο λεξιλόγιο τους. 
 
Πρόκειται για την γνωστή «ινδοευρωπαϊκή» θεωρία; η οποία μιλά για μία αρχαιότατη κοινή γλώσσα που παρείχε τις κοινές ρίζες για τις λέξεις όλων των μετέπειτα ινδοευρωπαϊκών γλωσσών.

Τα στοιχεία τα οποία εμπλέκουν στην κέλτικη μυθολογία, την τόσο άγνωστη στην Ελλάδα, είναι πέντε και θα μπορούσαμε να τα συνοψίσουμε στα παρακάτω:

α) Στην πρώιμη μυθολογία των κελτικών και πικτικών λαών που κατοικούσαν στα
βρετανικά νησιά και που έχει να κάνει με γίγαντες, δαίμονες, νεράιδες, στρίγγλες και
Δρυίδες.

β) Τους Έλληνες από τη... Σκυθία, αλλά και από την Αθήνα, τη Λακεδαιμόνια, τη
Μίλητο και τη... Λυδία, οι οποίοι κατά κύματα έφθασαν στα βρετανικά νησιά και
αποτέλεσαν τη βάση του πολιτισμού τους!

γ) Τις δέκα χαμένες φυλές του Ισραήλ, τον οίκο του Δαυίδ και τον Ιωσήφ της
Αριμαθαίας, οι οποίοι φέρνουν στη Βρετανία μια κρυφή ισραηλιτική παράδοση.

δ) Τους Ιρλανδούς μοναχούς, όπως οι άγιοι Μπρένταν, Κολούμπα, Νίνιαν κλπ, οι
οποίοι αναζητώντας την πνευματική τους ολοκλήρωση στα πιο απόμακρα νησιά του
Ατλαντικού ωκεανού έγιναν εξερευνητές του Αρκτικού Βορρά,

ε) Το πρόσωπο του Αγίου Ανδρέα του Πρωτόκλητου, ο οποίος μάλλον επισκέφθηκε
βορειότατο άκρο της Βρετανίας και μέσω των λειψάνων του που μεταφέρθηκαν από
την Πάτρα, έγινε ο προστάτης των Σκώτων.


Τα πρώτα μεγάλα κείμενα ή έπη που συνδέθηκαν με αυτές τις παραδόσεις στην
πραγματικότητα αποτέλεσαν μια επιτομή όλων των προηγούμενων παραδόσεων από
κάποιους συγγενείς, οι οποίοι είτε ήταν οι ίδιοι μοναχοί είτε υπήρξαν στενά
συνδεδεμένοι με την Εκκλησία. 


Η καταγραφή των παραδόσεων αυτών έγινε στην αρχή του 9ου αι. και κράτησε μέχρι τα μέσα του 14ου αι., κατ' αρχήν στη λατινική γλώσσα και μετά στα αγγλοσαξωνικά. Θα προσπαθήσουμε να ρίξουμε μια ματιά σε αυτές τις παραδόσεις οι οποίες ουσιαστικά είναι αυτές που στήριξαν τη γένεση της βρετανικής υπερεθνικής ταυτότητας. Εμείς βέβαια θα περιοριστούμε στο τμήμα που μας αφορά και δεν είναι άλλο από τις ελληνικές αναφορές στους βρετανικούς θρύλους.
__________________________________
 
Βιβλιογραφία

• Ηρόδοτος, «Μελπωμένη», τόμος 4, εκδ. Κάκτος, 1992 

• Διόδωρος Σικελιώτης, «Βιβλίο Β», εκδ, Κάκτος, 1997 
• Λουκιανός, «Φιλοψευδής ή Απιστιών», εκδ. Πατάκη, 1998 
• Πίνδαρος, Βακχυλίδης, «Λυρικοί Ποιητές», τόμοι 2, 3, 4, 8, εκδ. Κάκτος, 2001, 2002 
• Παυσα¬νίας, Απαντα, εκδ. Κάκτος, 1992 
• Trevor Murphy, «Pliny the Elder's Natural History: The Empire in the Encyclopedia», εκδ, Oxford University Press, 2004 
• Πυθαγόρας, «Προσωκρατικοί», τό¬μοι 4, 5, 6, εκδ. Κάκτος, 1999 
• Στράβων, «Γεωγραφικά», τόμοι 4, 5, εκδ. Κάκτος, 1994 
• Πλάτων, «Τίμαιος, Κριτίας», εκδ. Κάκτος, 1993 
• Pierre Roland Giot, «Prehistory in Brittany», Editions d'Art, 1995 
• Peter Berresford Ellis, «Celt and Greek: Celts in the Hellenic World», Trans-Atlantic Publications, 1996 • Brian M. Fagan, «The Little Ice Age: How Climate Made History», 1300-1850, εκδ. Basic Books, 2001 
• Peter Berresford Ellis, «The Mammoth Book of Celtic Myths and Legends, Constable and Robinson», 2003 
• T. De Courcy Atkins, «The Kelt or Gael», εκδ. Τ. Fisher Unwin, 1892 
• Laura Knight Jadczyk, «the Grail Quest and the Destiny of Man, Part V», εκδ. Cassiopaea, 2004 
• Fred Gettings, «Dictionary of Occult, Hermetic and Alchemical Sigils», εκδ. Viking Pr., 1981 
• Umberto Eco, «Fouceault's Pendulum», εκδ. Ballantine Books, 1990 
• Fulcanelli, «Le Mystere des Cathedrales», εκδ. Brotherhood of Life, 1997 
• Boris de Zirkoff, «H.P.B. Collected Writings», εκδ. Quest Books, 1995 
• Hutton, R., «The Pagan Religions of the Ancient British Isles: Their Nature and Legacy Blackwell», εκδ. Oxford, 1991 
• Donald MacAulay, S. R. Anderson, J. Bresnan, and B. Comrie, «The Celtic Languages», εκδ. Cambridge University Press, 1993 
• Durdin-Robertson, L., «Juno Covella: Perpetual Calendar of the Fellowship of Isis Cesara», εκδ. Enniscorthy, 1982 
• John King, Kingdoms of the Celts: «A History and a Guide», εκδ. Sterling Publishing, 2000 
• Ιωάν. Σταματάκου, «Λεξικόν της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσης», εκδ. Βιβλιοπρομηθευ-τικη, 2002.
•http://www.norwichmoot.paganearth.com/celticgods.htm •http://www.ngdc.noaa.gov/paleo/ctl/cliscilOk.html
• http://www.tylwythteg.com/dynionl.html
• http://www.bagadoo.tm.rr/kemper/histoire_E.html

__________________________________________
περιοδικό "Τρίτο Μάτι"



* Το ντοκυμαντέρ είναι του ΕΟΕ, του Ερευνητικού Οργανισμού Ελλήνων,  η εισαγωγή του βιντεο είναι ίσως λίγο μεγάλη διαρκεί 5.30 περίπου, για όποιον θέλει να το τρέξει.
 





ΣΚΩΤΙΑ Η ΧΩΡΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ -ΒΡΕΤΑΝΙΑ Η ΥΠΕΡΒΟΡΕΙΑ ΕΛΛΑΣ- from eoetv.vimeo on Vimeo.



  Scholeio.com  

Θαύματα του αρχαίου κόσμου, Φάρος Αλεξανδρείας



 Φάρος της Αλεξάνδρειας
Τον τρίτο π.Χ. αιώνα κατασκευάστηκε ένας φάρος προκειμένου να καθοδηγεί τα πλοία με ασφάλεια στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας. Κατά τη διάρκεια της νύχτας αντανακλούσε τη λάμψη μιας μεγάλης φωτιάς ενώ την ημέρα ύψωνε στον ουρανό μια μεγάλη στήλη καπνού. Αυτός ήταν ο πρώτος φάρος στον κόσμο και παρέμεινε στη θέση του για 1500 χρόνια.

Το νησί φάρος

Το περιβόητο μνημείο του αρχαίου κόσμου άρχισε να χτίζεται περί το 283-282 π.Χ., επί Πτολεμαίου Α’, και ολοκληρώθηκε κατά τη βασιλεία του γιου του, Πτολεμαίου Β’, περί το 270 π.Χ. Το όνομά του ο κολοσσιαίος φανός το πήρε μάλιστα από τη νησίδα Φάρο εμπρός από τη Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. 
Την περίφημη αυτή πόλη έχτισε ο Μέγας Αλέξανδρος, σε σχέδιο του αρχιτέκτονα Δεινοκράτη, όταν κατέλαβε την Αίγυπτο. Το οικοδόμημα πήρε το όνομα του νησιού.

Ο Πτολεμαίος παρήγγειλε έναν φανό στο ανατολικό άκρο του νησιού για τη διευκόλυνση των πλοίων, συνδέοντάς το με την ηπειρωτική χώρα μέσω ενός υπερυψωμένου μονοπατιού (ένα είδος γέφυρας) που είπαν «Επταστάδιο», αφού είχε μήκος επτά σταδίων. Καθώς η διαμόρφωση του λιμανιού ήταν εντελώς επίπεδη, ο Πτολεμαίος ήθελε να προειδοποιεί κάπως τα διερχόμενα πλοία με κάποιου είδους σινιάλο για την προσέγγιση στο λιμάνι.
Ο φανός στην είσοδο του λιμανιού, που θα οδηγούσε τους ναυτικούς με ασφάλεια στην Αλεξάνδρεια, έπρεπε να είναι αντάξιος της πόλης του Αλεξάνδρου. 

Ο Πτολεμαίος έφερε στο βασίλειό του τον περιβόητο Έλληνα αρχιτέκτονα και μηχανικό τον Σώστρατο τον Κνίδιο  Σώστρατου του Κνίδιου, τον οποίο εμπιστεύεται για να του χαρίσει ένα έργο αντάξιο της αλεξανδρινής του φήμης. 
Έτσι ο Σώστρατος καταφθάνει στην Αλεξάνδρεια, να μελετήσει το τοπίο, με πρόσκληση του Πτολεμαίου Α’ του Λάγου, ο οποίος πέθανε ωστόσο το 282 π.Χ. και δεν είδε ποτέ το μεγαλεπήβολο δημιούργημα του μηχανικού του. Το έργο ανέλαβε τώρα ο διάδοχός του, Πτολεμαίος Β’ Φιλάδελφος, ο οποίος πήρε τα ηνία του βασιλείου το 283 π.Χ. 

Ο Σώστρατος επόπτευσε το λιμάνι και θεώρησε καταλληλότερη θέση για τον φάρο του το νησάκι του Φάρου, γνωστό ήδη από την εποχή του Ομήρου. Σύμφωνα με την «Οδύσσεια», ο βασιλιάς της Σπάρτης, Μενέλαος, είχε περάσει από κει επιστρέφοντας από την Τροία. Το κτίσμα είχε ύψος 110-140 μέτρων, ανάλογα την πηγή, και ήταν το δεύτερο ψηλότερο οικοδόμημα της υφηλίου. Ήταν χτισμένο σε τέσσερα επίπεδα (ή τρία) και διακοσμημένο με λευκό μάρμαρο, ώστε να αντανακλά τις ακτίδες του ηλίου και να φαίνεται από χιλιόμετρα μακριά.

























 Όταν ολοκληρώθηκε το 270 π.Χ., ο Φάρος της Αλεξάνδρειας ήταν το δεύτερο ψηλότερο ανθρώπινο οικοδόμημα του κόσμου, πίσω μόνο από την περίβλεπτη Μεγάλη Πυραμίδα της Γκίζας! 
Ο γνωστότερος φάρος της αρχαιότητας και ένα από τα εφτά θαύματα του αρχαίου κόσμου ήταν ένα εντυπωσιακό αρχιτεκτόνημα που στεκόταν σε ύψος πάνω από 100 μετρά και ήταν ορατό από δεκάδες χιλιόμετρα μακριά, δεσπόζοντας σε κείνη τη γωνιά της Μεσογείου.
Χτισμένος στο ανατολικό άκρο του νησιού Φάρος στην μπούκα του λιμανιού της Αλεξάνδρειας, ο φάρος ήταν έργο του περιβόητου Έλληνα αρχιτέκτονα και μηχανικού Σώστρατου του Κνίδιου, τον οποίο έφερε ο Πτολεμαίος στο βασίλειό του για να του χαρίσει ένα έργο αντάξιο της αλεξανδρινής του φήμης.

Ο Σώστρατος έκανε αρκετά ακόμα και εξίσου αξιοθαύμαστα έργα, τόσο στην Αίγυπτο όσο και αλλού, αν και κανένα δεν θα ξεπερνούσε ποτέ το θαύμα της Αλεξάνδρειας. Πλάι στις διώρυγες που άνοιξε στον Νείλο (κοντά στην πόλη Μέμφιδα), τη μερική αποξήρανση της κοίτης του, τη στοά στους Δελφούς αλλά και τους κρεμαστούς κήπους που χάρισε στην ιδιαίτερη πατρίδα του, ο Σώστρατος θα έκανε και κάτι ακόμα που θα τον απαθανάτιζε στην αιωνιότητα…


Όταν ολοκληρώθηκε το 270 π.Χ. έπειτα από 12 κοπιαστικά χρόνια και τόνους χρήματος, περιλήφθηκε δικαίως στα εφτά θαύματα του κόσμου ως τεχνολογικό και αρχιτεκτονικό αρχέτυπο και όλοι μονολογούσαν πόσο κρίμα ήταν που πέθανε ο Πτολεμαίος Α’ χωρίς να δει το όραμά του να γίνεται πραγματικότητα. Αρχικά τον έλεγαν «Πυρφόρο Πύργο», τελικά επικράτησε όμως το «Φάρος», γεννώντας την αντίστοιχη έννοια και στις λατινογενείς γλώσσες.
Ήταν όμως και σύμβολο της ελληνιστικής κυριαρχίας των Πτολεμαίων στην περιοχή, λειτουργώντας ως μήνυμα για τα νέα ήθη του βασιλείου. Οι Πτολεμαίοι ευνοούσαν την ανάπτυξη των γραμμάτων και των τεχνών και ήθελαν διακαώς έργα όπως ο Φάρος και η Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας να κοσμούν τη σπουδαία πόλη, η οποία πλέον ήταν υπό την ηγεμονία τους. Ο Φάρος της Αλεξάνδρειας ήταν το δεύτερο ψηλότερο ανθρώπινο οικοδόμημα του κόσμου, πίσω μόνο από την περίβλεπτη Μεγάλη Πυραμίδα της Γκίζας!

Κατά τα πρότυπα της εποχής, το έργο αφιερωνόταν πάντα στον βασιλιά και χώρος για άλλο όνομα δεν υπήρχε. Ο Σώστρατος όμως δεν θα το άφηνε να περάσει έτσι αυτό, καθώς ο σπουδαίος αρχιτέκτονας ήθελε όχι μόνο (και) το δικό του όνομα πάνω στον Φάρο, αλλά και να το αφιερώσει στους διερχόμενους ναυτικούς.

Όπως μας παραδίδει λοιπόν ο Λουκιανός, ο Σώστρατος σκάλισε πράγματι μια αφιερωματική επιγραφή στον Φάρο της Αλεξάνδρειας που έγραφε: 
 «Σώστρατος Δεξιφάνους Κνίδιος θεοῖς σωτῆρσιν ὑπὲρ τῶν πλοϊζομένων». μτφρ: «Σώστρατος του Δεξιφάνη του Κνίδιου προς τους θεούς που προστατεύουν τους ναυτιλλομένους».

Ήξερε βέβαια πως κάτι τέτοιο δεν θα περνούσε από τον ματαιόδοξο Πτολεμαίο, που ήθελε την πατρότητα του έργου, κι έτσι έκανε ένα τέχνασμα. Κάλυψε την επιγραφή με μια στρώση γύψου, στην οποία φρόντισε να γράψει το όνομα του ηγεμόνα της Αιγύπτου, Πτολεμαίου Β’, γνωρίζοντας πως μέσα σε λίγο καιρό ο γύψος θα καταστρεφόταν, η στρώση θα έπεφτε και θα φανερωνόταν επιτέλους ο πραγματικός δημιουργός του θαύματος!
Όπως μας λέει ο Λουκιανός στο σπουδαίο έργο του «Πῶς δεῖ ἱστορίαν συγγράφειν» (166 μ.Χ.): 
«Θυμάσαι τι έκανε ο αρχιτέκτονας εκείνος από την Κνίδο; Έχτισε τον πύργο στη νήσο Φάρο, μέγιστο και κάλλιστο έργο, για να φωτίζονται από αυτό οι ναυτιλλόμενοι σε μεγάλη απόσταση μέσα στη θάλασσα, και να μην παρασύρονται στην Παραιτονία [λιμάνι της Αιγύπτου κάπου 300 χιλιόμετρα δυτικά], ακτή πολύ δύσκολη, όπως λένε, που δε γλύτωνες αν έπεφτες στους βράχους της. Αφού λοιπόν έχτισε το έργο, έγραψε από μέσα, επάνω στην πέτρα, το όνομά του και κατόπιν το έχτισε με γύψο και το κάλυψε γράφοντας το όνομα του τότε βασιλιά, ξέροντας, όπως και έγινε, ότι σε λίγο χρόνο τα γράμματα θα πέσουν μαζί με το επίχρισμα και θα φανεί το Σώστρατος Δεξιφάνους Κνίδιος θεοῖς σωτῆρσιν ὑπὲρ τῶν πλοϊζομένων. Έτσι ούτε εκείνος απέβλεπε στις τότε περιστάσεις ούτε στη σύντομη ζωή του, αλλά στη σημερινή εποχή και στη μελλοντική, όσο ο πύργος θα στέκεται όρθιος και θα διατηρείται η τέχνη του»!


Ένας επιγραμματοποιός που ζούσε στην Αλεξάνδρεια επί βασιλείας Πτολεμαίου Β’, ο Ποσείδιππος ο Πελλαίος, μας άφησε ένα ολιγόστιχο έμμετρο ποίημα σε πάπυρο, όπου επιβεβαιώνει ότι αρχιτέκτονας και μηχανικός του Φάρου ήταν ο περίφημος Σώστρατος ο Κνίδιος. 



Το φάρο τον αποτελούσαν τρεις μαρμάρινοι πύργοι, χτισμένοι επάνω σε ένα θεμέλιο από πέτρινους ογκόλιθους. Ο πρώτος πύργος ήταν τετράπλευρος και περιείχε διαμερίσματα για τους εργάτες και τους στρατιώτες. Από επάνω υπήρχε ένας δεύτερος οκταγωνικός με σπειροειδές κεκλιμένο επίπεδο που οδηγούσε στον τελευταίο πύργο.
Ο τελευταίος Πύργος είχε σχήμα κυλίνδρου και στο εσωτερικό του έκαιγε η φωτιά που οδηγούσε τα πλοία με ασφάλεια στο λιμάνι. Από επάνω του υπήρχε το άγαλμα του Διός Σωτήρος. Το συνολικό ύψος του φάρου ήταν 117 μέτρα.
Στο ψηλότερο τμήμα του υπήρχε ένας θεόρατος καθρέφτης (ή ορειχάλκινο κάτοπτρο) για να κάνει σινιάλο στους ναυτικούς την ημέρα, ενώ το βράδυ έκαιγε μια τεράστια πυρά. Όπως ήταν φυσικό, η κατασκευή του θεωρήθηκε από την αρχή ιδιαιτέρως φιλόδοξη και μαγνήτισε το ενδιαφέρον ιστορικών και επιστημόνων. Στην κορυφή του Φάρου στέκονταν περίλαμπρο ένα άγαλμα, του Δία ή του Ποσειδώνα ή του Απόλλωνα.


Για τη συντήρηση της φωτιάς χρειάζονταν τεράστιες ποσότητες καυσίμων. Την τροφοδοτούσαν με ξύλα, που μετέφεραν χάρη στο σπειροειδές κεκλιμένο επίπεδο άλογα και μουλάρια. Πίσω από τη φωτιά υπήρχαν φύλλα ορείχαλκου που αντανακλούσαν τη λάμψη προς τη θάλασσα. Τα πλοία μπορούσαν να τη διακρίνουν από 50 χιλιόμετρα μακριά. Κατά το δωδέκατο αιώνα το λιμάνι της Αλεξάνδρειας γέμισε από λάσπη και τα πλοία έπαψαν να το χρησιμοποιούν. 

Ο φάρος έπεσε σε αχρηστία. Ενδεχομένως τα φύλλα του ορειχάλκινου κάτοπτρου αποσπάστηκαν κι έγιναν νομίσματα. Κατά το δέκατο τέταρτο αιώνα ένας σεισμός κατάστρεψε το φάρο. Μερικά χρόνια αργότερα οι Μουσουλμάνοι χρησιμοποίησαν τα υλικά του για την κατασκευή ενός οχυρού. Το οχυρό αυτό ανακατασκευάστηκε και παραμένει ακόμη στη θέση του πρώτου φάρου στον κόσμο.




* Για Ελληνικούς υπότιτλους επιλέγετε από τις ρυθμίσεις (κάτω δεξιά στο γρανάζι),  subtitles on -και tranlate Greek, 


  Scholeio.com    

Θαύματα του αρχαίου κόσμου, Κολοσσός της Ρόδου




Κολοσσός της Ρόδου

Ο Κολοσσός υπήρξε ένα γιγάντιο άγαλμα στημένο στο λιμάνι της Ρόδου. Κατά την αρχαιότητα οι Ρόδιοι επιδίωκαν μόνιμα να διαφυλάσσουν την ανεξαρτησία τους, να ασκούν το εμπόριο και να μη συμμετέχουν στους πολέμους των άλλων ελληνικών πόλεων. Παρόλα αυτά κατακτήθηκαν αρκετές φορές.


Ο Θεός Ήλιος 

Κατά τα τέλη του 4ου π.Χ. αιώνα σι Ρόδιοι γιόρτασαν μια μεγάλη νίκη. Ο Δημήτριος ο Πολιορκητής, αφού πολιόρκησε επί ένα χρόνο την πόλη τους, τελικά αναγκάστηκε να φύγει και να αφήσει πίσω του ένα μεγάλο μέρος από τον εξοπλισμό του. Οι Ρόδιοι αποφάσισαν να πουλήσουν τον εξοπλισμό του Δημήτριου και με τα χρήματα να στήσουν ένα υπέροχο άγαλμα προς τιμή του θεού Ήλιου που τους προστάτευε.

Δεν γνωρίζουμε πώς ακριβώς ήταν το άγαλμα ούτε σε ποιο σημείο το έστησαν. Ξέρουμε πάντως ότι κατασκευάστηκε από ορείχαλκο και είχε ύψος 33 μέτρα. Το σχεδίασε ο Αρχιτέκτονας Χάρης και χρειάστηκε 12 ολόκληρα χρόνια για την ολοκλήρωσή του.

Το ορειχάλκινο περίβλημα στερεώθηκε επάνω σε ένα σιδερένιο σκελετό. Το άγαλμα ήταν κούφιο στο εσωτερικό και καθώς προχωρούσε η κατασκευή του οι εργάτες γέμιζαν τα κενά με βαριές πέτρες προκειμένου να διασφαλίσουν τη σταθερότητά του. 

Ο Κολοσσός ολοκληρώθηκε γύρω στο 280 π.Χ.  Για πολλούς αιώνες, οι άνθρωποι ακούγοντας για τον Κολοσσό, νόμιζαν πως στεκόταν επάνω από την είσοδο του λιμανιού της Ρόδου με τα πόδια ανοιχτά, όπως στην απέναντι ζωγραφιά. Όμως πρακτικά αυτό ήταν αδύνατο, διότι η είσοδος του λιμανιού της Ρόδου είχε πλάτος κάπου 400 μέτρα και ο Κολοσσός δεν ήταν τόσο… κολοσσιαίος! Τα κείμενα μας επιτρέπουν να υποθέσουμε ότι βρισκόταν μάλλον στο κέντρο της πόλης και κοιτούσε προς τη θάλασσα και το λιμάνι.

Γύρω στο 226 π.Χ., δηλαδή λιγότερο από πενήντα χρόνια μετά την ολοκλήρωσή του, ο Κολοσσός έπεσε. Τον συγκλόνισε ένας σεισμός και τον έκοψε από τα γόνατα. Ένας χρησμός συμβούλεψε τους Ρόδιους να μην τον ξαναστήσουν κι έτσι τον άφησαν πεσμένο στο έδαφος Παρέμεινε στη θέση αυτή για 900 χρόνια και πολλοί επισκέπτες είδαν το πεσμένο άγαλμα του θεού Ήλιου. 

Το 654 μ.Χ. ένας Σύρος πρίγκιπας κατέλαβε τη Ρόδο και απογύμνωσε το άγαλμα από τις ορειχάλκινες πλάκες. Λέγεται ότι τις μετέφερε στη Συρία χρησιμοποιώντας 900 καμήλες. Ο ορείχαλκος πουλήθηκε στους εμπόρους που μάλλον τον έλιωσαν και τον έκοψαν σε νομίσματα.






* Για Ελληνικούς υπότιτλους επιλέγετε από τις ρυθμίσεις (κάτω δεξιά στο γρανάζι),  subtitles on -και tranlate Greek, 

  Scholeio.com    

Θαύματα του αρχαίου κόσμου, Το Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού



Το Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού

Ο τάφος του Μαυσώλου άρχισε να οικοδομήται το 353 π.Χ. Ένα χρόνο αργότερα ο Μαύσωλος πέθανε και το έργο ανέλαβε να συνεχίσει και να ολοκληρώσει η σύζυγός του Αρτεμισία. Η Αρτεμισία έζησε δύο έτη μετά τον θάνατο του Μαυσώλου. Στο διάστημα, όμως, αυτό πρόλαβε να ολοκληρώσει το έργο του ταφικού μνημείου. Πιθανότατα ετάφη και αυτή στο Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού.
Το οικοδόμημα στηρίζονταν επάνω σε ένα βάθρο με τρεις τεράστιες, διακοσμημένες κλίμακες. Οι παραστάσεις που κοσμούσαν αυτές τις κλίμακες είχαν θέματα από τη σύγκρουση Λαπιθών και Κενταύρων (Κενταυρομαχία), την σύγκρουση Αμαζόνων και Ηρώων (Αμαζονομαχία).
Ο μνημειώδης τάφος του Μαυσώλου περιγράφηκε λεπτομερώς από τον Πλίνιο, από τον οποίο και προέρχονται σημαντικές πληροφορίες για την κατασκευή. Το Μαυσωλείο κατασκευάστηκε σε ένα λόφο με δεσπόζουσα θέα προς την πόλη της Αλικαρνασσού, στο κέντρο περιγραφμένης περιοχής. Μία κλίμακα διακοσμημένη με 20 υπερμεγέθεις λέοντες οδηγούσε στην κυρίως κατασκευή, στον εξωτερικό περίγυρο της οποίας υπήρχαν αγάλματα θεών και πολεμιστών με τον οπλισμό τους.

Επάνω στο βάθρο οικοδομήθηκε ένα τεράστιο κρηπίδωμα διαστάσεων 66 Χ 77 Χ 16 μέτρα, το οποίο περιέβαλλε τον νεκρικό θάλαμο με την σαρκοφάγο του Μαυσώλου. Ο εξωτερικός μετωπικός τοίχος διέθετε κόγχες, εντός των οποίων υπήρχαν αγάλαματα ύψους 2 μέτρων, τα οποία αναπαριστούσαν Έλληνες και Πέρσες να στέκονται ως φρουροί του νεκρού. Άνωθεν του κρηπιδώματος κατασκευάσθηκε περίτεχνος ναός με 36 κίονες ιωνικού ρυθμού περιμετρικά, τα κιονόκρανα των οποίων ήταν επιχρυσωμένα. Ανάμεσα σε κάθε ζεύγος κιόνων είχε τοποθετηθεί και ένα άγαλμα.

Πίσω και πάνω από τους κίονες υπήρχε μία πολύ συμπαγής δοκός (δοκάρι) που συγκρατούσε το βάρος της οροφής. Η οροφή αποτελούνταν από μία πυραμίδα με 24 λίθινες κλιμακωτές βαθμίδες, που κατέληγαν σε ένα πλάτωμα, όπου ο Πυθέας φιλοτέχνησε ένα τέθριππο άρμα μεγάλων διαστάσεων, πάνω στο οποίο υπήρχαν τα αγάλματα του Μαυσώλου και της Αρτεμισίας. Το συνολικό ύψος του μνημείου έφθανε τα 55 μέτρα και η περίμετρός του τα 144 μέτρα. Αρκετά χρόνια αργότερα, η δυτική πλευρά του Μαυσωλείου συμπληρώθηκε από τον αρχιτέκτονα Ερμογένη. 
  Ο Μαύσωλος υπήρξε ηγεμόνας της Καρίας, υποτελής στην Περσική αυτοκρατορία, από το 377 μέχρι το 353 π.Χ.  Πρωτεύουσα είχε την ελληνική πόλη της Ιωνίας, την Αλικαρνασσό.  Διαδέχτηκε τον πατέρα του στο θρόνο, αλλά κατάφερε να αποτινάξει τον περσικό ζυγό. 

Ο Μαύσωλος, παντρεύτηκε την αδερφή του, την Αρτεμισία. Όταν απέκτησε πλούτο και δύναμη σχεδίασε έναν τάφο για τον ίδιο και τη βασίλισσα. Έναν τάφο τόσο μεγαλόπρεπο που θα θύμιζε ανά τους αιώνες, τη δόξα του. Ωστόσο, ο Μαύσωλος πέθανε πριν τελειώσει το έργο του, το οποίο ολοκλήρωσε η Αρτεμισία γύρω στο 350 π.Χ. 
Το όνομα Μαυσωλείο το πήρε από το ίδιο το όνομα του βασιλιά και το ίδιο έχει επικρατήσει να λέγεται ακόμη και σήμερα για κάθε κρατικό μεγαλόπρεπο τάφο π.χ. το Μαυσωλείο του Λένιν, στη Μόσχα.

Οι στάχτες του βασιλικού ζεύγους τοποθετήθηκαν μέσα σε χρυσά αγγεία στον ταφικό θάλαμο στη βάση του οικοδομήματος. Πέτρινοι λέοντες ανέλαβαν τη φύλαξη του θαλάμου. Επάνω από την ισχυρή πέτρινη βάση υψώθηκε ένα κτίσμα, όμοιο με αρχαίο ελληνικό ναό, περιζωμένο από κίονες και αγάλματα. Στην κορυφή του κτιρίου υπήρχε μια κλιμακωτή πυραμίδα και επάνω σ’ αυτήν, σε ύψος 43 μέτρων από το έδαφος, στήθηκε το άγαλμα ενός άρματος, που το έσερναν άλογα. Μέσα στο άρμα υπήρχαν ίσως τα αγάλματα του βασιλιά και της βασίλισσας.
Το Μαυσωλείο παρέμεινε ανέπαφο για αρκετούς αιώνες. Άντεξε στις συγκρούσεις των Ρωμαίων με τον Μιθριδάτη κατά τον 1ο αιώνα π.Χ. και στις επιδρομές των Αράβων και πειρατών κατά τον 7ο αιώνα μ.Χ., όχι όμως και στους μετέπειτα σεισμούς, με αποτέλεσμα το 1200 μ.Χ. να καταρρεύσει. Το 1402 μ.Χ. οι ιππότες του Αγίου Ιωάννου (Ιωαννίτες), οι οποίοι μετά τη Ρόδο κυρίευσαν και την Αλικαρνασσό, χρησιμοποίησαν τους λίθους της πυραμιδοειδούς οροφής στην κατασκευή οχυρωματικών έργων. Επίσης άρπαξαν αρκετά από τα καλλιτεχνήματα που στόλιζαν άλλοτε το Μαυσωλείο και διασώζονταν σε καλή κατάσταση.
Το μοναδικό στοιχείο που παρέμεινε να θυμίζει το μνημείο ήταν η βάση του οικοδομήματος. Και αυτή, όμως, καταστράφηκε από τους Ιωαννίτες το 1522 μ.Χ., όταν χρησιμοποίησαν το μάρμαρό της στην ενδυνάμωση των ρωγμών του φρουρείου του αρχηγού του τάγματος των Ιωαννιτών, για να αμυνθούν στους Τούρκους του Σουλεϊμάν. Ακόμη και σήμερα μπορεί κανείς να παρατηρήσει το αστραφτερό μάρμαρο μεταξύ των τειχών του φρουρίου. Ο ίδιος ο διοικητής των Ιπποτών μάλιστα αναφέρει, ότι μετά την αποκάλυψη της σαρκοφάγου του Μαυσώλου ακολούθησε λεηλασία των πολύτιμων αντικειμένων που υπήρχαν μέσα.

Τελικά, οι Τούρκοι κατέλαβαν την Αλικαρνασσό και την κατέστρεψαν ολοσχερώς. Έσβησε έτσι και το τελευταίο ίχνος του Μαυσωλείου και της Αλικαρνασσού, η οποία από τότε (1522) ονομάζεται Μπουντρούμ που ταιριάζει απόλυτα με τις απαίσιες φυλακές που υπάρχουν εκεί…

Ωστόσο, τα καλλιτεχνήματα που αρπάχτηκαν στο όνομα της σταυροφορίας και τα οποία διοχετεύτηκαν προς την Δύση πριν από την εισβολή των Τούρκων, παρέμειναν ως ανάμνηση ενός λαμπρού έργου και δέλεαρ για την ανεύρεση παρόμοιων δημιουργιών. 
Το 1846 μ.Χ. ο λόρδος Σράτφορντ οφ Ρήκλαϊφ (Κάνινγκ), Βρετανός πρεσβευτής στην Κων/πολη, απέσπασε από το μεσαιωνικό τείχος της Αλικαρνασσού 12 εντοιχισμένες ανάγλυφες πλάκες της ζωφόρου του Μαυσωλείου. Οι πλάκες αυτές παραδόθηκαν στο Βρετανικό Μουσείο, το οποίο απέστειλε τον Κάρολο Νεύτωνα για να κάμει έρευνες για την ανακάλυψη των όποιων υπολειμμάτων του Μαυσωλείου της Αλικαρνασσού. «Δρυός πεσούσης πας ανήρ ξυλεύεται».

Ήταν μια εργασία αρκετά δύσκολη, καθώς δεν γνώριζε την ακριβή τοποθεσία, ενώ και το κόστος αγοράς μιας τεράστιας περιοχής για έρευνα ήταν αστρονομικό. Ο Νεύτων μελέτησε τους αρχαίους συγγραφείς, όπως τον Πλίνιο, για να υπολογίσει κατά προσέγγιση το μέγεθος και τη θέση του μνημείου. Κατόπιν αγόρασε ένα αγροτεμάχιο στην πιο πιθανή περιοχή και ξεκίνησε να ερευνά τις γύρω περιοχές μέσω υπογείων στοών, τις οποίες έσκαβε από το δικό του τμήμα γης προς τα γειτονικά αγροτεμάχια. Όταν ανακάλυψε κάποια σκαλοπάτια και μερικά υπολείμματα τοίχων ήταν πλέον σε θέση να προσδιορίσει συγκεκριμένη τοποθεσία. Αφού αγόρασε τα αγροτεμάχια της συγκεκριμένης περιοχής, άρχισε τις ανασκαφές.

Έτσι, το 1857 μ.Χ. ήλθαν στο φως σημαντικά ευρήματα, που κοσμούν σήμερα τις προθήκες του Βρετανικού Μουσείου. Μεταξύ αυτών είναι τα αγάλματα του Μαυσώλου και της Αρτεμισίας, τμήματα του άρματος της οροφής του Μαυσωλείου, καθώς και κομμάτια της ζωφόρου.

Το Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού αποτέλεσε ένα πρότυπο μεγαλοπρεπών επιτυμβίων μνημείων, δίνοντας την ονομασία του σε όλους τους μετέπειτα μεγαλοπρεπείς τάφους σημαντικών προσωπικοτήτων. Μερικά από τα μαυσωλεία της υστερότερης αρχαιότητας είναι αυτά του Ηφαιστίωνα στην Βαβυλώνα (κατασκευασμένο από τον Μέγα Αλέξανδρο), του Αυγούστου κοντά στον Τίβερη ποταμό, του Αδριανού στη Ρώμη.

Η διαχρονική και διεθνής εμβέλεια του Μαυσωλείου καταδεικνύει την σπουδαιότητα αυτού του μνημείου της Ελληνικής τέχνης και τεχνικής, αυτού του θαύματος του αρχαίου κόσμου.

Αν κάποιος επισκεφθεί σήμερα την Μελβούρνη της Αυστραλίας, θα εκπλαγεί όταν ανακαλύψει εκεί, εντός ενός τοπίου με κυπαρίσσια, την ύπαρξη ενός κτιρίου με γενική μορφή που θυμίζει έντονα το Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού. Ένα οικοδόμημα που στήθηκε ως μνημείο τιμής του λαμπρού Ελληνικού Πολιτισμού, υλοποιώντας το παγκόσμιο ενδιαφέρον γι’ αυτόν.

Το κάλεσμα της υστεροφημίας και η φιλοδοξία του Μαυσώλου να γίνει «αθάνατος» αποτέλεσαν τις αιτίες για την δημιουργία ενός έργου, που χαρακτηρίστηκε ως ένα από τα Επτά Θαύματα της αρχαιότητας. Το Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού (= τάφος του Μαυσώλου), ένα ταφικό μνημείο τεραστίων διαστάσεων, έμεινε στην ιστορία ως μία μεγαλοπρεπής κατασκευή, επίτευγμα της αρχιτεκτονικής τέχνης αρχαίων Ελλήνων.





* Για Ελληνικούς υπότιτλους επιλέγετε από τις ρυθμίσεις (κάτω δεξιά στο γρανάζι),  subtitles on -και tranlate Greek, 
_________________________


* Για την κατασκευή του Μαυσωλείου επιστρατεύτηκαν μερικοί από τους πιο ξακουστούς Έλληνες αρχιτέκτονες και καλλιτέχνες της εποχής. Οι δύο αρχιτέκτονες που ανέλαβαν το έργο ήταν ο Πυθεύς και ο Σάτυρος. Ο Σκόπας, ο Βρύαξης, ο Λεωχάρης, ο Τιμόθεος και ο Πραξιτέλης ασχολήθηκαν με την φιλοτέχνηση του μνημείου. 
     Άλλα έργα τους: 
Ο Πυθεύς από την Αλικαρνασσό είναι ο κατασκευαστής του ναού της Κυβέλης στις Σάρδεις και σχεδιαστής του ναού της Αθηνάς Πολιάδος στην Πριήνη, καθώς και συγγραφέας του έργου «Σχόλια». Ήταν σύνολο βιβλίων που μαζί με τα συγγράμματα του αρχιτέκτονα Ερμογένους αποτέλεσαν τις πιο έγκυρες πραγματείες για την Ελληνική αρχιτεκτονική, βάσει των οποίων στηρίχτηκε ο Βιτρούβιος για την περιγραφή του.

Ο Σάτυρος ο Πάριος κατασκεύασε τον ναό της Αλέας Αθηνάς στην Τεγέα (Αρκαδία). 
Ο Σκόπας έχει να επιδείξει πλήθος δημιουργιών σε κάθε πόλη που εργάστηκε. Είναι τεράστιος ο κατάλογος των καλλιτεχνών – δημιουργών της εποχής αυτής.
Ο Ερμογένης θεωρείται ο σημαντικότερος αρχιτέκτονας της εποχής του με πληθώρα ανανεωτικών εμφανίσεων. Δημιούργησε κώδικες για την αρμονία των όγκων και των επιπέδων και χάρισε άνεση στους ναούς είτε αφαιρώντας την εσωτερική κιονοστοιχία, είτε διαμορφώνοντας αισθητική ευρυχωρία με εκμετάλλευση του φωτός και της σκιάς. Επινόησε επίσης τον «ψευδοδίπτερον» ναόν, ο οποίος εμφανίζονταν να διαθέτει δύο σειρές κιόνων, έχοντας όμως μία. Ο Ερμογένης κατέταξε τους ναούς σε έξι κατηγορίες βάσει ενός ειδικού κανόνα που δημιούργησε. 

 

  Scholeio.com    

Θαύματα του Aρχαίου Kόσμου, Το Άγαλμα του Δία



 Το άγαλμα του Δία στην Ολυμπία

   Πριν από 3000 χρόνια η Ολυμπία αποτελούσε ένα πολύ σημαντικό θρησκευτικό κέντρο στη νοτιοδυτική Ελλάδα. Οι αρχαίοι Έλληνες λάτρευαν το Δία, τον βασιλιά των θεών, και τον τιμούσαν εδώ σε τακτά χρονικά διαστήματα με πολλές λατρευτικές εκδηλώσεις. 

   Οι τελευταίες περιλάμβαναν και αθλητικούς αγώνες. Οι πρώτοι ολυμπιακοί αγώνες οργανώθηκαν το 776 π.Χ. από τότε και επί 1100 χρόνια, οι αγώνες γινόταν κάθε 4 χρόνια. Στη διάρκειά τους σταματούσαν οι πόλεμοι.



   Ο Ναός του Δία 

   Κατά τον 5ο π.Χ. αιώνα οι πολίτες της Ολυμπίας αποφάσισαν να οικοδομήσουν έναν ναό για να τιμήσουν το Δία. Το μεγαλόπρεπο οικοδόμημα χτίστηκε ανάμεσα στα 466 και 456 π.Χ.  Κατασκευάστηκε από λίθινους ογκόλιθους και συμπαγείς κίονες.
Για λίγα χρόνια μετά την ολοκλήρωσή του δεν υπήρχε άγαλμα του Δία, ώσπου αποφασίστηκε να γίνει κι αυτό. 
Η κατασκευή του έργου διήρκεσε δύο Ολυμπιακές περιόδους, δηλαδή οκτώ χρόνια.



Το δάφνινο στεφάνι στο κεφάλι του ήταν από πράσινο σμάλτο. Ο καθήμενος Δίας ξεχώριζε μέσα στον ναό επάνω σε τρία σκαλιά και σύμφωνα με εκτιμήσεις έφτανε τα 13 μέτρα σε ύψος. «Ήταν σαν να ύψωνε ο Δίας το ανάστημα του» γράφει σε μια αναφορά του ο Έλληνας γεωγράφος Στράβωνας τον 1ο αιώνα π.Χ..

Το άγαλμα ήταν περιτριγυρισμένο από τριανταέξι ψηλές κολώνες από γρανίτη. Στο αέτωμα βρίσκονταν τεράστιες περίτεχνες αναπαραστάσεις με εικοσιένα αγάλματα, ανάμεσά τους αυτά του Οινόμαχου και του Πέλοπα. Ο Δίας καθόταν σε έναν θρόνο που ήταν κατασκευασμένος από ελεφαντόδοντο, χρυσό, έβενο και άλλες πολύτιμες πέτρες.

Στο δεξί του χέρι ο Δίας κρατούσε ένα μικρό άγαλμα της θεάς Νίκης και στο αριστερό του ένα δεμάτι με κεραυνούς, που ήταν το σήμα κατατεθέν του θεού. Παντού γύρω του βρίσκονταν πλήθος από αγάλματα που παρίσταναν άλλες μεγαλοπρεπείς σκηνές.

Η γλύπτης Φειδίας, ήδη είχε φτιάξει άλλα δύο υπέροχα αγάλματα στην Αθήνα, της θεάς Αθηνάς. 
Η τεχνική του Φειδία στην Ολυμπία βασιζόταν ουσιαστικά σε ξύλο. Το σώμα των αγαλμάτων του ήταν ξύλινο και το εμποτιζόταν από ένα ειδικό υγρό για να μην αποξηρανθεί.
Στη συνέχεια το κάλυψαν με πλάκες από ελεφαντόδοντο για να απεικονίσουν τη γυμνή επιδερμίδα του θεού και φύλλα χρυσού για τα ενδύματά του και πλάκες ελεφαντοστού. Τα μάτια ήταν από πολύτιμους λίθους. Ο μανδύας από χρυσό. Όταν ολοκληρώθηκε το ύψος του ήταν 13 μέτρα και το κεφάλι του έφτανε σχεδόν στην οροφή του ναού. Έδινε την εντύπωση πως αν σηκωνόταν ο Ζευς όρθιος θα σάρωνε την οροφή!
Οι τεχνίτες κάλυψαν τις συνδέσεις τόσο καλά ώστε τα άγαλμα να δείχνει ενιαίο. Το άγαλμα ήταν τοποθετημένο πάνω σε θρόνο με ένθετες διακοσμήσεις από έβενο και πολύτιμους λίθους.
Στα πόδια του ήταν δύο σφίγγες με έφηβους άνδρες. Πιο πίσω οι τρεις Χάριτες. Οι άθλοι του Ηρακλή, η μάχη του Θησέα με τις Αμαζόνες και η οικογένεια της Νιόβης. Δύο καθιστά λιοντάρια φύλαγαν τον Δία. Στα πλαϊνά βρίσκονταν μετάλλινες πλάκες με χαραγμένες παραστάσεις της αναδυόμενης Αφροδίτης, το πολεμικό άρμα του Ήλιου, και το άρμα της Σελήνης.
Η σκεπή πάνω από το άγαλμα ήταν ανοικτή για να μπαίνει άπλετο φως. Επισκέπτες όπως ο Αιμίλιος Παύλος, νικητής επί των Μακεδόνων, έμεινε έκπληκτος από την μεγαλοπρέπεια του αγάλματος και από την τελειότητά του.
Στους τοίχους του ναού κατασκευάστηκαν εξέδρες προκειμένου οι επισκέπτες να θαυμάζουν από κοντά το πρόσωπο του θεού. Μετά την ολοκλήρωσή του, το 435 π.Χ. το άγαλμα αποτέλεσε τα επόμενα 800 χρόνια ένα από τα μεγαλύτερα θαύματα του κόσμου.  



Επί αιώνες ήτανε ένα από τα θεάματα που 
κάθε θνητός έπρεπε να το δει πριν πεθάνει.

Τον 2ο αιώνα π.χ. σε έναν από τους ελέγχους που διενεργούνταν τακτικά, βρήκαν το άγαλμα είχε κάνει κάποιες ρωγμές. Έκριναν ότι έχρηζε οπωσδήποτε επισκευής η οποία ανατέθηκε στον γλύπτη Δαμοφώντα τον Μεσσήνιο. 
Την εποχή του Ιουλίου Καίσαρα (100 π.Χ. 44 π.Χ.) το χτύπησε κεραυνός χωρίς να του κάνει σοβαρές ζημιές. Ο Καλιγούλας είχε διατάξει την μεταφορά στην Ρώμη για να του αλλάξουν το πρόσωπο δίνοντας την μορφή αυτοκράτορα, όμως το καράβι που περίμενε στο λιμάνι το χτύπησε και κεραυνός και κάηκε ! Το ταξίδι του Δία αυτή τη φορά αναβλήθηκε.  
Το 390 μ.Χ.
ο Θεοδόσιος μεταφέρει το άγαλμα στην Κωνσταντινούπολη, όπου το 416 π.Χ καταστρέφεται από φωτιά.
Το 391 μ.Χ. με την άνοδο του χριστιανισμού, οι Ρωμαίοι απαγορεύουν τους Ολυμπιακούς αγώνες κι κλείνουν τους ελληνικούς ναούς. 

Ο ναός λεηλατήθηκε από τους Γότθους, και τα υπολείμματά του γίνανε χριστιανικός ναός, και γκρεμίστηκε
τον 6ο μ.Χ. αιώνα όταν η περιοχή της Ολυμπίας συγκλονίστηκε από σεισμούς. 
Ο ναός και το στάδιο καταστράφηκαν από κατολισθήσεις και πλημμύρες, ενώ η λάσπη από την κοίτη του ποταμού Αλφειού κάλυψε ό,τι απέμεινε. Κάτω από τη λάσπη διατηρήθηκαν τα υπολείμματα, τα οποία ανακάλυψαν στην εποχή μας οι αρχαιολόγοι. Σήμερα, οι επισκέπτες μπορούν να επισκεφτούν τα ερείπια του ναού και τη θέση όπου βρισκόταν το άγαλμα.
Το 1875 μια γερμανική αποστολή έκανε αρχαιολογικές ανασκαφές και μέχρι το 1881 επανέφερε στο φως τα ερείπια, κάτω από τέσσερα μέτρα χώμα.



* Για Ελληνικούς υπότιτλους επιλέγετε από τις ρυθμίσεις (κάτω δεξιά στο γρανάζι),  subtitles on -και tranlate Greek, 

  Scholeio.com